Posts tagged ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΙ ΟΜΙΛΟΙ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ: Ζητούν ακόμα μεγαλύτερη «ευελιξία» για την ανάκαμψη των κερδών



 Αποκαλυπτική έρευνα της ΕΚΤ με τις απαντήσεις που δίνουν οι 55 «κορυφαίες επιχειρήσεις» της Ευρωζώνης

Την ώρα που η κυβέρνηση διακινεί το παραμύθι της «δίκαιης» καπιταλιστικής ανάπτυξης, με στόχο τον εγκλωβισμό του λαού στους στόχους του κεφαλαίου, επικαλούμενη ανάμεσα στα άλλα και την «επιστροφή στην ευρωπαϊκή κανονικότητα», το αντεργατικό δηλαδή πλαίσιο που έχουν διαμορφώσει κεφάλαιο και κυβερνήσεις σε όλη την ΕΕ προκειμένου να στηριχτεί η «ανταγωνιστικότητα» του κεφαλαίου, μια ακόμα αποκαλυπτική έρευνα έρχεται να επιβεβαιώσει ότι η επιχείρηση ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας σημαίνει ένταση της εκμετάλλευσης και επίθεση χωρίς τέλος στα δικαιώματα της εργατικής τάξης.

 

Συγκεκριμένα, σε ειδική στατιστική έρευνα που διενήργησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), αποτυπώνονται ως άμεσες προτεραιότητες των μονοπωλίων οι παρεμβάσεις που αφορούν τη μεγαλύτερη «ευελιξία στην αγορά εργασίας», η ακόμα μεγαλύτερη διευκόλυνση της χρήσης συμβάσεων προσωρινής απασχόλησης και η «λιγότερο αυστηρή νομοθεσία» για την προστασία της απασχόλησης. Την ίδια ώρα, στο Γιούρογκρουπ της ερχόμενης Δευτέρας «ξεχωρίζει» η θεματική συζήτηση για το πώς θα μειωθούν περαιτέρω οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από την εργοδοσία, ως επιπλέον μέτρο για τη θωράκιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Η έρευνα της ΕΚΤ

«Τα αποτελέσματα της έρευνας διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων της ΕΚΤ δείχνουν ότι υπάρχει σημαντική συναίνεση για την αναγκαιότητα περαιτέρω μεταρρυθμίσεων στις εθνικές αγορές εργασίας, αναδεικνύουν ορισμένους σημαντικούς τομείς στους οποίους μπορούν να υλοποιηθούν πρόσθετες μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος σε εθνικό επίπεδο και επίσης αποκαλύπτουν πού πιστεύουν οι επιχειρήσεις ότι πρέπει ακόμη να γίνουν περισσότερες προσπάθειες για την προώθηση της εναρμόνισης σε ολόκληρη την ΕΕ».

Το παραπάνω επισημαίνει η στατιστική έρευνα της ΕΚΤ, ενώ, όπως επισημαίνεται, οι 55 «κορυφαίες επιχειρήσεις» που συμμετείχαν σε αυτήν (εξαιρουμένου του χρηματοπιστωτικού κλάδου) συγκεντρώνουν περίπου το 1% της συνολικής απασχόλησης στην Ευρωζώνη. Οι 30 από αυτές δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο βιομηχανικό τομέα (συμπεριλαμβανομένων των κατασκευών) και οι 25 στον τομέα που ταξινομείται στις «υπηρεσίες» (εμπόριο κ.α.), ενώ περίπου τα 2/3 δραστηριοποιούνται κυρίως στην προμήθεια προϊόντων και την παροχή υπηρεσιών προς άλλες επιχειρήσεις και το 1/3 αποτελείται από επιχειρήσεις που συναλλάσσονται με καταναλωτές.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι αποκαλυπτικές οι απαντήσεις των επιχειρηματικών ομίλων, που δίνουν τον «τόνο» στο σύνολο της Ευρωζώνης:

  • Σε ερώτηση σχετικά με τις «μεταρρυθμίσεις» που πρέπει ακόμη να γίνουν, οι εν λόγω επιχειρήσεις σταθερά ανέφεραν ότι η αγορά εργασίας είναι ο τομέας στον οποίο είναι επιτακτικότερη η ανάγκη για περαιτέρω δράση, ενώ σημαντικές θεωρήθηκαν και οι «μεταρρυθμίσεις» στις αγορές προϊόντων και στο ευρύτερο επιχειρηματικό περιβάλλον.
  • Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την «αγορά εργασίας», οι «μεταρρυθμίσεις» που αποσκοπούν στην περαιτέρω βελτίωση της «ευελιξίας» του εργατικού δυναμικού ήταν αυτές στις οποίες κρίθηκε ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα.
  • Παρουσιάζοντας τα ευρήματα, η ΕΚΤ αναφέρει ότι «οι προσπάθειες στήριξης πιο ευέλικτων διευθετήσεων του χρόνου εργασίας, η διευκόλυνση της χρήσης συμβάσεων προσωρινής απασχόλησης και η λιγότερο αυστηρή νομοθεσία για την προστασία της απασχόλησης είναι οι τρεις από τις τέσσερις κορυφαίες προτεραιότητες τουλάχιστον για το 80% των επιχειρήσεων».
  • Επιπλέον, από τις απαντήσεις του 50% του συγκεκριμένου δείγματος, προκύπτει ότι οι «μεταρρυθμίσεις» που αποσκοπούν στην ενίσχυση της «ευελιξίας» του εργατικού δυναμικού είναι αυτές που έχουν τη μεγαλύτερη επίδραση στα οικονομικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων.

Σε αυτό το επίπεδο, όπως επισημαίνεται από την ΕΚΤ, η ενίσχυση της «ευέλικτης» εργασίας έχει ειδική βαρύτητα στην ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων, κι αυτό «γιατί επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να ανταποκρίνονται καλύτερα στην αύξηση της μεταβλητότητας της ζήτησης και στις μεταβολές των προτύπων της ζήτησης».

Με άλλα λόγια, τα ευρωπαϊκά μονοπώλια θέτουν ως προτεραιότητα την περαιτέρω «ελαστικοποίηση» του χρόνου εργασίας και των ωραρίων, ανάλογα με το ύψος της παραγωγής το οποίο κάθε φορά θα κρίνεται αναγκαίο, προκειμένου να καλυφθεί η υπάρχουσα ζήτηση για την παραγόμενα εμπορεύματα και υπηρεσίες, με τον εργαζόμενο να είναι ανά πάσα στιγμή σε διαθεσιμότητα να προσφέρει την εργατική του δύναμη για τις ανάγκες της κερδοφορίας του κεφαλαίου.

  • Οι περαιτέρω προσπάθειες ελάφρυνσης των «φορολογικών και ασφαλιστικών επιβαρύνσεων της εργασίας» – δηλαδή των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλονται από την εργοδοσία – «αναφέρθηκαν επίσης ως σημαντικοί τομείς για πρόσθετες μεταρρυθμίσεις», επισημαίνει η ΕΚΤ.

Σύμφωνα με την έρευνα, λιγότερο συχνά αναφέρθηκαν οι περαιτέρω μεταρρυθμίσεις των συστημάτων συλλογικών μισθολογικών διαπραγματεύσεων και των πλαισίων καθορισμού των μισθών (συμπεριλαμβανομένων των κατώτατων μισθών), γεγονός που «εξηγείται» από την προϋπάρχουσα κλιμάκωση των αντεργατικών αναδιαρθρώσεων σε όλα τα κράτη της Ευρωζώνης, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το τσάκισμα των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια.

Βέβαια, τα παραπάνω αποτελούν προανάκρουσμα για τις νέες αντεργατικές ανατροπές στην Ευρωζωνη, ενώ είναι φανερό ότι οι νέες αξιώσεις των ευρωπαϊκών μονοπωλίων θα συμπεριληφθούν στη διαδικασία των «ευρωπαϊκών εξαμήνων» και βέβαια της ενισχυμένης δημοσιονομικής εποπτείας που δρομολογείται στο πλαίσιο για την περαιτέρω «εμβάθυνση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης» (ΟΝΕ) στην Ευρωζώνη.

Σε αυτήν την προοπτική δείχνει και η πλευρά της ΕΚΤ, ξεκαθαρίζοντας: «Από τη σκοπιά της χάραξης πολιτικής, τα αποτελέσματα της έρευνας, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν τα κύρια εμπόδια στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, φαίνεται ότι υπογραμμίζουν την ανάγκη για περαιτέρω εθνικό και υπερεθνικό συντονισμό και εποπτεία των μεταρρυθμιστικών διαδικασιών». Κι αυτό γιατί, όπως λένε, «καθώς υπάρχει σημαντικό περιθώριο υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων προς όφελος των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της οικονομίας της ζώνης του ευρώ, κρίνεται σκόπιμο να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στην προώθηση των μεταρρυθμίσεων».

Η σκυτάλη στο Γιούρογκρουπ

Την ίδια ώρα, στη συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ, τη Δευτέρα στο Λουξεμβούργο, κυριαρχεί η «θεματική συζήτηση» σχετικά με την «ανάπτυξη και την απασχόληση», σε ό,τι αφορά τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλονται από την εργοδοσία και μάλιστα σε συνδυασμό με την αναπλήρωση των απωλειών από άλλες πηγές, ζήτημα το οποίο επίσης βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα των τμημάτων του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και βέβαια του ΣΕΒ.

Σύμφωνα με την ατζέντα της συνεδρίασης, οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης «θα συζητήσουν με ποιον τρόπο μπορεί να χρηματοδοτηθεί καλύτερα η μείωση της φορολόγησης της εργασίας», δηλαδή με ποιον τρόπο θα αναπληρωθούν οι απώλειες από τις νέες ελαφρύνσεις που ετοιμάζουν για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, ενώ «θα ανταλλάξουν εθνικές εμπειρίες και λύσεις σχετικά με το θέμα», στο πρότυπο δηλαδή των διαβόητων «βέλτιστων πρακτικών» της ΕΕ.

Η «συζήτηση» αυτή αποτελεί συνέχεια προηγούμενων παρεμβάσεων και αποφάσεων.

Σχετική προηγούμενη απόφαση των υπουργών της Ευρωζώνης δείχνει απροκάλυπτα στην κατεύθυνση αύξησης των αντιλαϊκών φόρων αλλά και της καρατόμησης κρατικών κονδυλίων, προκειμένου να «χρηματοδοτηθούν» οι ελαφρύνσεις προς τις επιχειρήσεις, ενώ γίνεται λόγος για μειώσεις δαπανών ή της «μετατόπισης φόρων», από «πηγές εσόδων με λιγότερες επιπτώσεις στην ανάπτυξη». Σε αυτό το πλαίσιο, ως ενδεικτικά «παραδείγματα», αναφέρονται οι φόροι κατανάλωσης, φόροι επί της ιδιοκτησίας που εισπράττονται σε τακτά διαστήματα (όπως για παράδειγμα ο ΕΝΦΙΑ στην Ελλάδα), καθώς και οι «περιβαλλοντικοί φόροι».

Οπως επισημαίνεται και σε επίπεδο Γιούρογκρουπ, «η υψηλή φορολογική επιβάρυνση της εργασίας (ασφαλιστικές εισφορές της εργοδοσίας) εμποδίζει την υλοποίηση του στόχου που αφορά την υποστήριξη της οικονομικής δραστηριότητας και την αύξηση της απασχόλησης». Ταυτόχρονα, η «συγκριτική αξιολόγηση» ανάμεσα στα κράτη – μέλη κρίνεται «χρήσιμο εργαλείο» με στόχο την «επισήμανση πιθανής ανάγκης και των δυνατοτήτων μεταρρύθμισης στον εν λόγω τομέα, στα κράτη – μέλη και στη ζώνη του ευρώ συνολικά».

 

Τελευταία άρθρα

                          
  Π.Ε.Ι. Λεωφορείου              Π.Ε.Ι. Φορτηγού                                    Kαταστατικό                          ΚΟΚ     Συνδικάτου ΟΑΣΑ
      
        Συνοπτικός
   Εργασιακός Οδηγός