«Απαρέγκλιτη προσήλωση στη δημοσιονομική πειθαρχία σε μόνιμη βάση» και «ανταγωνιστική αγορά εργασίας», δηλαδή συνέχιση στο διηνεκές των αντιλαϊκών μέτρων και διατήρηση της εργασιακής ζούγκλας με δουλειά και στα γεράματα είναι η «επόμενη μέρα» των μνημονίων όπως την οραματίζεται ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών.
Στο εβδομαδιαίο δελτίο ο ΣΕΒ αναφέρει πως «τα τρία μεγαλύτερα προβλήματα που μας κληροδότησαν τα μνημόνια είναι η υπερφορολόγηση της οικονομίας, η ακριβή τραπεζική χρηματοδότηση και η υψηλή διαρθρωτική ανεργία». Για το φορολογικό επαναλαμβάνει το πάγιο αίτημα για μείωση των φορολογικών συντελεστών και για μείωση των δαπανών του Δημοσίου και για τις τράπεζες ζητά την προώθηση των πλειστηριασμών και την καταστροφή κεφαλαίου μέσω εξόδου από την αγορά των πτωχευμένων επιχειρήσεων.
Αναφέρει χαρακτηριστικά πως «το πρόβλημα στις τράπεζες θα τείνει να παρατείνεται όσο οι διαδικασίες αναδιάρθρωσης υπερχρεωμένων επιχειρήσεων εμποδίζονται από ανεπαρκείς ρυθμίσεις στο πτωχευτικό και προ-πτωχευτικό δίκαιο και όσο οι πλειστηριασμοί ακινήτων που κατέχουν οι τράπεζες ως εγγυήσεις για τη χορήγηση δανείων και το σύστημα εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων δεν αποκτήσουν την κρίσιμη μάζα διεκπεραίωσης υποθέσεων, ώστε να μειωθεί το υψηλό απόθεμα δανείων σε καθυστέρηση».
Για την αγορά εργασίας αναφέρει πως «χρειάζεται μια μακροχρόνια αναπτυξιακή στρατηγική που, μεταξύ άλλων, να στοχεύει στη ριζική αναβάθμιση του συστήματος εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης και επανακατάρτισης, προς απόκτηση δεξιοτήτων που αυξάνουν την απασχολησιμότητα των εργαζομένων σε μια ανταγωνιστική αγορά εργασίας, ώστε να αποκτήσει η χώρα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην προσέλκυση επενδύσεων σε μια ευρωπαϊκή αγορά εργασίας». Επίσης ζητά «την εισαγωγή συστήματος μαθητείας νέων στις επιχειρήσεις», και «την προσέλκυση νέων, γυναικών και ηλικιωμένων στην αγορά εργασίας».
Η κατοχύρωση και η μονιμοποίηση της εργασιακής ζούγκλας είναι το ζητούμενο για τον ΣΕΒ που ισχυρίζεται πως «αυτά είναι και τα θέματα που θα πρέπει να απασχολούν τους κοινωνικούς εταίρους και όχι η επαναφορά των εργασιακών σχέσεων που ίσχυαν προ κρίσης, συμπεριλαμβανομένων και των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό, που ο καθορισμός του πρέπει να αποσυνδεθεί από το μηχανισμό μισθολογικών αναπροσαρμογών στις επιχειρήσεις».