Με μεγάλη θλίψη αποχαιρετάμε τον μεγάλο Μίκη Θεοδωράκη που έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών.
Το έργο που μας αφήνει, ανεξίτηλο, αθάνατο, φάρος για όλους τους μουσικούς, για όλους τους καλλιτέχνες, για όλο το λαό.
Ο Μίκης Θεοδωράκης, αποτελεί μία προσωπικότητα μοναδικής καλλιτεχνικής αξίας, που ξεπερνά τα όρια της χώρας μας. Το έργο του συνδέθηκε, εμπνεύστηκε και ενέπνευσε τους μεγάλους λαϊκούς αγώνες του 20ου αιώνα. Ήταν ένας συνθέτης που προσωπικά ο ίδιος ήταν μέρος αυτών των αγώνων, πήρε θέση, φυλακίστηκε και εξορίστηκε για αυτή του τη δράση.
Αποτελεί ένα λαμπρό παράδειγμα μιας Τέχνης που στρατεύεται ολόψυχα στα μεγάλα ιστορικά καλέσματα της εποχής του και γι’ αυτό είναι μεγάλη. Η προσωπική του θέση και το υψηλό αισθητικό αποτέλεσμα των έργων, αποτελεί μια σημαντική πρόκληση και για τη νέα γενιά δημιουργών και Καλλιτεχνών. Ο ίδιος είχε πει «Δεν υπάρχει καιρός! Καλλιτέχνες και κοινό πρέπει γρήγορα να πιαστούν χέρι – χέρι και ν’ ανέβουν μαζί στην κορυφή του λόφου, για να δουν αυτό που κρύβεται από την άλλη μεριά!».
Ο Μίκης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες μουσικοσυνθέτες. Το έργο του καλύπτει όλο το φάσμα της μουσικής και σε αυτό περιλαμβάνονται έργα όπερας, ορατόρια, συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου, μπαλέτα, χορωδιακή μουσική, μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο, λαϊκά ορατόρια, καθώς και έντεχνα και λαϊκά έργα. Μελοποίησε πλήθος ποιητών ,ανάμεσα τους, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Γιώργος Σεφέρης, Άγγελος Σικελιανός και άλλοι.
Γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου του 1925 στη Χίο. Στην ηλικία των 12 ετών συνθέτει το πρώτο του έργο και στα 17 δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του «Κασσιανή». Κατά το 1942 παίρνει μέρος ενεργά στην αντίσταση. Συλλαμβάνεται και βασανίζεται. Το 1943 προσχωρεί στον ΕΛΑΣ ενώ μετέπειτα παίρνει μέρος και στα Δεκεμβριανά. Παράλληλα συνεχίζει τις μουσικές του σπουδές στο Ωδείο Αθηνών με δάσκαλο τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου εξορίζεται αρχικά στην Ικαρία και μετέπειτα στη Μακρόνησο μέχρι και το 1949, όπου βασανίζεται σκληρά. Το 1950 επιστρέφει στην Αθήνα. Αποφοιτά από το Ωδείο Αθηνών με δίπλωμα Αρμονίας. Το 1954 πηγαίνει στο Παρίσι όπου ξεκινάει σπουδές στο Conservatoire με δάσκαλο -μεταξύ άλλων- τον Olivier Messiaen.
Το 1960, κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα, γράφει και ηχογραφεί τον «Επιτάφιο» σε ποίηση του Γιάννη Ρίτσου. Στο έργο αυτό, ο Μίκης παντρεύει τη λαϊκή μουσική με τη σύγχρονη ποίηση ανοίγοντας ένα νέο δρόμο στην ελληνική μουσική και το τραγούδι. Ακολουθούν το «Άξιον Εστί» σε ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη και τα «Επιφάνεια» του Γιώργου Σεφέρη. Παράλληλα, θέλοντας να γνωρίσει και να εξοικειώσει τον ελληνικό λαό με τη συμφωνική μουσική, ιδρύει τη Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών, με την οποία δίνει πολλές συναυλίες σε ολόκληρη τη χώρα. Το 1964 γράφει τη μουσική για την ταινία «Αλέξης Ζορμπάς» του Μιχάλη Κακογιάννη, για την οποία γίνεται διεθνώς γνωστός.
Με το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, περνάει στην παρανομία. Σε λίγους μήνες συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και εκτοπίζεται. Στη Μπουμπουλίνας, στις Φυλακές Αβέρωφ, στη Ζάτουνα της Αρκαδίας και τέλος στον Ωρωπό. Κατά τη φυλάκισή του στον Ωρωπό, η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται έντονα. Αυτό ξεσηκώνει κύμα διεθνών αντιδράσεων, με προσωπικότητες όπως οι Ντμίτρι Σοστακόβιτς, Άρθουρ Μίλλερ, Λώρενς Ολιβιέ, Λέοναρντ Μπέρνσταϊν, Χάρι Μπελαφόντε και Τζον Γουίλιαμς, να κινητοποιούνται απαιτώντας την άμεση αποφυλάκισή του. Υπό την πίεση αυτή αποφυλακίζεται και το 1970 φεύγει ξανά για το Παρίσι. Κατά το διάστημα επιβολής της Δικτατορίας, ο Μίκης συνεχίζει να συνθέτει παρά τις αντίξοες συνθήκες και βρίσκει τρόπους ώστε τα έργα του να κυκλοφορούν, να παίζονται και να τραγουδιούνται.
Με την πτώση της Χούντας το 1974, επιστρέφει στην Ελλάδα. Δίνει αριθμό συναυλιών στην Ελλάδα και το εξωτερικό, πολλές από τις οποίες έχουν μείνει στην ιστορία ως ορόσημα της μεταπολιτευτικής περιόδου. Ανά διαστήματα διατελεί βουλευτής και υπουργός επικρατείας. Το 1983 του απονέμεται το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη από την ΕΣΣΔ.
Κάτι που παραμένει σχετικά άγνωστο, είναι το τεράστιο συγγραφικό του έργο που αριθμεί πάνω από 30 τίτλους βιβλίων. Μάλιστα το 1989 του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για τη μυθιστορηματική βιογραφία του «Οι δρόμοι του αρχαγγέλου».
Ο Πανελλήνιος Μουσικός Σύλλογος, εκφράζει τη βαθιά θλίψη του για το χαμό του, καθώς και την πεποίθηση πως θα παραμείνει για πάντα «ζωντανός» μέσα από το τεράστιο καλλιτεχνικό έργο που άφησε παρακαταθήκη στον λαό της χώρας μας, αλλά και των άλλων χωρών. Αποχαιρετούμε τον μεγάλο Καλλιτέχνη που ήταν πάντα μπροστά στους μεγάλους αγώνες του λαού μας. Εκφράζουμε τα συλλυπητήριά μας στους οικείους του.