Την περασμένη βδομάδα οι περισσότερες «πρεμιέρες» τραβήχτηκαν από την κυκλοφορία καθώς η προσέλευση κοινού στις αίθουσες αναμενόταν προβληματική… Και αυτήν τη βδομάδα η κίνηση δεν προβλέπεται καλύτερη. Κάπως έτσι φαίνεται εκτίμησαν την κατάσταση και οι διανομείς, γιατί απόψε ρίχνουν στην αγορά δελεαστικές πρεμιέρες με «έξτρα λαρτζ» δόσεις σεξ! Σεξ που εκτείνεται από τις μη ηδονοβλεπτικές προθέσεις του Οσιμα, έως τον αγοραίο, αυστραλοαμερικάνικο, ερωτισμό… Το πνεύμα της βδομάδα, πάντως, εκφράζει μεταφορικά ο (παλαιότερος) τίτλος της αμερικάνικης ταινίας του Μάρτιν Ριτ «Πόθοι στην κάψα του καλοκαιριού», που επανεκδίδεται απόψε ως «Μακρύ καυτό καλοκαίρι» (1958)…
Κρτική: Τζια Γιοβάνη
***
Η κλασική ιαπωνική ταινία του Ναγκίσα Οσιμα «Η αυτοκρατορία των αισθήσεων» (1976), που βγαίνει ξανά απόψε στις αίθουσες, αναπαριστά μια πραγματική ιστορία που έλαβε χώρα στη μιλιταριστική Ιαπωνία του 1936. Αφηγείται τον ακατάπαυστο, ενστικτώδη και μακάβριο ερωτισμό που πυροδοτεί τη σχέση των δύο εραστών, μιας υπηρέτριας, πρώην πόρνης και του εργοδότη της. Σχέση σύζευξης έρωτα και θανάτου που φτάνει σε ακρότητες, στην απόλυτα στοιχειώδη της έκφανση. Η ταινία θεωρήθηκε πορνό και μάλιστα σκληρό, στο παρελθόν. Δοκίμιο πάνω στον ερωτισμό κι όχι απλά ερωτική ταινία, τη χαρακτήριζε ο Βασίλης Ραφαηλίδης, υπογραμμίζοντας πως καταδεικνύεται «κατ’ αρχήν, η σεξουαλικότητα ως μια κατάσταση «ιστορική», δηλαδή κάθε άλλο παρά μεταφυσική…» Η σκληρή ιαπωνική λογοκρισία εμπόδισε τον σκηνοθέτη να ολοκληρώσει το φιλμ του όπως αυτός το είχε οραματιστεί. Ο Οσιμα για να υπερπηδήσει το εμπόδιο, βαφτίζει την ταινία «γαλλική παραγωγή» και στέλνει παράνομα το υλικό στα εργαστήρια της εταιρείας όπου ο ίδιος θα κάνει μυστικά το μοντάζ και την επεξεργασία της. Ετσι, η ταινία που επίσημα καταχωρείται γαλλική παραγωγή, πραγματοποιεί (λογοκριμένη) την πρεμιέρα της στην Ιαπωνία το 1976 εν μέσω πλήρους αμηχανίας των κριτικών και πολύχρονης προσφυγής της κυβέρνησης στα δικαστήρια για προσβολή δημοσίας αιδούς. Ο Οσιμα θα αθωωθεί μετά από τεράστια ταλαιπωρία ενώ, η καλλιτεχνική δύναμη της ταινίας θα την καταστήσει μοναδική («Ριβιέρα»).
***
Πολυποίκιλες σεξουαλικές φαντασιώσεις κυριαρχούν στη «σκηνοθετημένη» και ανόητη αυστραλέζικη κωμωδία «Μαζί σου κι ας πεθάνω» (2014), πρώτη ταινία μεγάλου μήκους του Τζος Λόσον που θα έπρεπε μάλλον να τιτλοφορείται «Ο οργασμός και πώς να τον αποκτήσετε». Μια ταινία για τις κρυφές σεξουαλικές επιθυμίες πέντε σύγχρονων ζευγαριών και τίποτα περισσότερο… («Αελλώ», «Δεξαμενή», κ.λπ).
***
Σε τόνους φτηνιάρικα αισθησιακούς το σίκουελ στο «Magic Mike» (2012) του Σόντερμπεργκ, «Magic Mike XXL» (2015) του Γκρέγκορι Τζέικομπς που κάνει πρεμιέρα απόψε. Χορταστική σε ερωτικές φαντασιώσεις – με αποδέκτη το γυναικείο κοινό – η αμερικάνικη κωμωδία όπου, οι πρωταγωνιστές της ταινίας του Σόντερμπεργκ συναντούνται ξανά σε εκδοχή «έξτρα λαρτζ», σ’ ένα είδος roadmovie, με την παρέα των αρσενικών στρίπερ, να ταξιδεύουν από το ένα μέρος της Αμερικής στο άλλο, με τελικό προορισμό το σέξι σόου στο Μιρτλ Μπιτς, σε μια ταινία που δεν έχει συνοχή ολότητας και δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια σειρά επεισοδίων. Οι δημιουργοί της απόρριψαν την ιδέα της χρήσης ενός «στόρι». Οι ανδρικοί χαρακτήρες δραματουργικά, διαγράφονται ισχνότεροι και από τσιγαρόχαρτο. Αφαιρώντας βέβαια το στόρι γεμίζει υποχρεωτικά ο χώρος που αδειάζει με όσο περισσότερο γίνεται, απ’ αυτό που, αποδεδειγμένα, πουλά στο γυναικείο κοινό: Ημίγυμνοι, καλογυμνασμένοι άνδρες σε ερωτική εμφάνιση… (αν επιμένετε δείτε το σπίτι σας…)
***
Θυμάστε βέβαια την τραγουδίστρια Εϊμι Γουάινχάουζ που πέθανε από ανακοπή καρδιάς, στα 27 της, στο σπίτι της στο Λονδίνο, από υπερβολική χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών. Στο ντοκιμαντέρ «Amy: Το κορίτσι πίσω από το όνομα» (2015), ο σκηνοθέτης Ασίφ Καπάντια, γυρίζει πίσω το χρόνο, ξαναβρίσκει το μικρό κοριτσάκι προτού παρασυρθεί απ’ το ξασμένο μαλλί και το υπερβολικό αδυνάτισμα, προτού χάσει τον εαυτό της. Τηλεοπτικού χαρακτήρα ντοκιμαντέρ, προχωρά με γραμμική αφήγηση, δεν ψάχνει για κρυμμένα μυστήρια, δεν κρύβει τίποτα – ούτε και τη φωτογραφία του πτώματος – και δεν «αφήνει» την επαφή με τα γεγονότα. Χωρίς ιδιαίτερο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον η ταινία, δίνει την εντύπωση ότι δεν παραβιάζει κάτι που προξενεί πόνο. Ενδιαφέρον το ότι στέκεται στους στίχους των τραγουδιών των συνδεδεμένων με τη ζωή της τραγουδίστριας που μιλούν με τη νιότη της γραφής και τις επιλεγμένες λέξεις. Το πορτρέτο της Εϊμι Γουάινχάουζ δεν είναι άλλο απ’ αυτό μιας μικρόσωμης κοπέλας προικισμένης με μεγάλη φωνή που θα μάθαινε τη ζωή, εάν το σώμα της, της έδινε λίγο χρόνο… («Village»)
***
Λέγεται ότι τα έργα του Γουίλιαμ Φόκνερ μεταφέρονται δύσκολα στο σινεμά. Το πυκνό, ποιητικών τόνων σενάριο της ταινίας «Μακρύ, καυτό καλοκαίρι» (1958) του Μάρτιν Ριτ (στη «μαύρη λίστα» του Μακάρθι), βασίστηκε κύρια στο μυθιστόρημα «The Hamlet» και σε δύο άλλα, σύντομα διηγήματα του Αμερικανού συγγραφέα. Κοινωνικό δράμα με εξαίρετο καστ, κάπου θυμίζει τη συνομίληκή του, «Λυσσασμένη γάτα» (1958) του Ρίτσαρντ Μπρουκς απ’ το θεατρικό του Τενεσί Γουίλιαμς. Και εδώ πρωταγωνιστεί ο Πολ Νιούμαν, ως όμορφος και περιπλανώμενος Μπεν, που φθάνει σε μια ζεστή κωμόπολη του αμερικάνικου Νότου και σε χρόνο μηδέν, κερδίζει την εύνοια του βαθύπλουτου Γουίλ Βάρνερ, ο οποίος βλέπει στον Μπεν, τον νεαρό του εαυτό. Η εκδοχή αυτή του Γουίλ Βάρνερ που υποδύεται ένας Ορσον Γουέλς – φτυστός ο Χανκ Κουίνλαν από το «Touch of Evil» (1958) – έχει μια εγωιστική επιθυμία να δει, πριν πεθάνει, εγγόνια από τα παιδιά του. Ερχεται, λοιπόν, σαν γάντι ο Μπεν, ως γαμπρός για την ανεξάρτητη κόρη του Κλάρα. Στο ρόλο, η Τζόαν Γουντγουόρντ που μετά την πρεμιέρα της ταινίας εκείνη και ο Νιούμαν παντρεύτηκαν και στη ζωή. Το φιλμ ξεκινά δυναμικά, μετά με βουτιά καταλήγει πλαδαρά, με τους ψυχρούς χαρακτήρες να μεταλλάσσονται σε μελοδραματικούς και να τακτοποιούνται με οικογένειες και τέτοια παρεμφερή. Η ταινία συμμετείχε στο διαγωνιστικό του φεστιβάλ των Καννών το 1958, όπου ο Νιούμαν έλαβε το Α’ βραβείο ερμηνείας ανδρικού ρόλου και άνοιξε διάπλατα η λεωφόρος της καριέρας του. Μια καριέρα που για χρόνια υπήρξε μόνο ανοδική, μαζί με τον σκηνοθέτη Μάρτιν Ριτ και το ζεύγος των προικισμένων σεναριογράφων Ιρβινγκ Ράβετς και Χάριετ Φρανκ Τζ. που συνεργάστηκαν και στις ταινίες «Hud» (1961) και «Hombre» (1967) («Λαΐς», «Αβάνα», «Διονυσία»)
***
Στο «Αστυ», συνεχίζεται η γιορτή των κινηματογραφόφιλων! Οι επόμενες δύο βδομάδες (9 -22 Ιούλη), φιλοξενούν Φεστιβάλ Ντέιβιντ Λιντς, όπερ σημαίνει οκτώ από τις καλύτερες ταινίες του «καλτ» δημιουργού. Καθημερινά προβάλλονται δύο ταινίες με ένα ενιαίο εισιτήριο. Στο πρόγραμμα περιλαμβάνονται οι: «Μulholland Drive» (2001), με τη Ναόμι Γουότς, «Inland Empire» (2006), με τον Τζέρεμι Αϊρονς, «The Straight Story» (1999) – η πιο νορμάλ ταινία του Λιντς, για έναν 73χρονο που διέσχισε τη μισή Αμερική πάνω σε μηχανή του γκαζόν, επειδή λόγω κακής όρασης δεν είχε άδεια οδήγησης, για να επισκεφτεί τον άρρωστο αδελφό του. Ακολουθεί η σουρεαλιστική «Eraserhead» (1976) με τον Τζακ Νανς, η κλασική πια «Χαμένη Λεωφόρος» (1996) με την Πατρίτσια Αρκέτ, το ατμοσφαιρικό road movie «Ατίθαση Καρδιά» (1990) με τον Νίκολας Κέιτζ, «Ο Ανθρωπος Ελέφαντας» (1980), με οκτώ οσκαρικές υποψηφιότητες, τον Αντονι Χόπκινς και την Αν Μπάνκροφτ, ενώ ο κύκλος Λιντς ολοκληρώνεται με την εμβληματική ταινία μυστηρίου «Μπλε Βελούδο» (1986) με τους Ντένις Χόπερ και Ιζαμπέλα Ροσελίνι.
Στον «Ζέφυρο» τώρα, συνεχίζεται η προβολή της κωμωδίας του Τζον Χιούστον «Πιο δυνατός απ’ τον διάβολο» (1953), το σπουδαίο φιλμ νουάρ του Τζ. Ούλμερ «Παράκαμψη» (1945), η νουάρ ταινία της Ιντα Λουπίνο «Ο δολοφόνος της λεωφόρου» (1953), καθώς και η «Τριλογία του πολέμου» του Αλεξάντρ Ντοβζένκο, που απαρτίζεται από τις «Σβενιγκόρα» (1928), «Οπλοστάσιο» (1929) και «Γη» (1930), στην «Αλκυονίδα» και το «Στούντιο».
***
Στον απόηχο, τέλος, του δημοψηφίσματος, για να εμβαθύνουμε στο θέμα, καλό κ’ αγαθό θα ήταν, να βρούμε και να (ξανα)δούμε προσεκτικά την ταινία του Χιλιανού, Πάμπλο Λαρέν, «ΝΟ» (2012) για το δημοψήφισμα του Πινοσέτ το 1988, με ερώτημα: «Ανανέωση ή όχι της θητείας του Πινοσέτ, για άλλα 8 χρόνια». Η ταινία εστιάζει στην τηλεοπτική εκστρατεία της συνασπισμένης αντιπολίτευσης, υποστηρικτών του «ΟΧΙ», που η κάλπη ανέδειξε νικητές… Ο Ρενέ (Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ), γιος εξορισθέντα πολιτικού της αντιπολίτευσης, σπούδασε διαφήμιση στην Αμερική και επέστρεψε στη χώρα του με ανανεωτικό, εκσυγχρονιστικό αέρα…
Και προσλαμβάνεται από την αντιπολίτευση του «ουράνιου τόξου» να αναλάβει τα σποτ του «ΟΧΙ» που θα παίζουν προεκλογικά στην κρατική τηλεόραση. Ο διευθυντής της εταιρείας που εργάζεται, έχει αναλάβει τη διαφημιστική καμπάνια του κυβερνητικού «ΝΑΙ». Οι δύο διαφημιστές, καίτοι ανήκουν σε διαφορετικές γενιές και διαφορετικές «σχολές», καίτοι χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους και εργαλεία για τη διαμόρφωση και την αναπαραγωγή της κοινής γνώμης, στην ουσία δε διαφέρουν καθόλου, μια που αμφότεροι στηρίζουν το ίδιο μοντέλο ανάπτυξης… «Για μένα, το «ΟΧΙ» της εκστρατείας ήταν το πρώτο βήμα προς την εδραίωση του καπιταλισμού ως «μόνου βιώσιμου» συστήματος στη Χιλή. Αυτό δεν ήταν «μεταφορά», αλλά ένα σαφές προϊόν διαφήμισης, προσαρμοσμένο στο πλαίσιο της πολιτικής», αναφέρει ο σκηνοθέτης Πάμπλο Λαρέν…