«Συγκριτικές αξιολογήσεις» των ασφαλιστικών συστημάτων με βάση τις «βέλτιστες πρακτικές» προωθεί το Γιούρογκρουπ
Διαγνωστικούς ελέγχους με μετρήσιμα αποτελέσματα γύρω από τη «βιωσιμότητα» των ασφαλιστικών συστημάτων της Ευρωζώνης προετοιμάζει το Γιούρογκρουπ, δρομολογώντας τον επόμενο κύκλο των αντεργατικών – αντιασφαλιστικών ανατροπών, για μετά το 2018.
«Το Γιούρογκρουπ υπενθυμίζει ότι σε περιόδους υψηλού δημοσίου χρέους, η σημασία της βιωσιμότητας των συντάξεων καθιστά τις εξελίξεις στον τομέα αυτό θέμα κοινού ενδιαφέροντος», αναφέρει η προχτεσινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, οι οποίοι συμφώνησαν να «τρέξουν» τις διαδικασίες σχετικά με τη «συγκριτική αξιολόγηση» των συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης ανάμεσα στα κράτη – μέλη, και μάλιστα με βάση τις «βέλτιστες εθνικές πρακτικές».
Η γενική κατεύθυνση είναι «η ανθεκτικότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων σε δυσμενείς μακροοικονομικές και δημογραφικές προοπτικές». Την ίδια ώρα το Γιούρογκρουπ, σε συνέχεια προηγούμενης συνεδρίασης (Ιούνης 2016), προετοιμάζει τις διαβόητες «βέλτιστες πρακτικές» σχετικά με τις «αυτόματες διορθώσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων» ως «αντίδραση στην αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης».
Σε αυτό το επίπεδο, το Γιούρογκρουπ θεωρεί ότι η «συγκριτική αξιολόγηση» αποτελεί «χρήσιμο εργαλείο» για να εντοπίζονται τυχόν ανάγκες για νέες μεταρρυθμίσεις. Μάλιστα, οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης συμφώνησαν να πραγματοποιούν «συγκριτικές αξιολογήσεις» στη δημοσιονομική βιωσιμότητα των ασφαλιστικών συστημάτων έναντι των χωρών με τις καλύτερες επιδόσεις στην Ευρωζώνη. Οι εν λόγω εκθέσεις θα δημοσιεύονται ανά τριετία, αρχής γενομένης από το 2018.
Σε αυτό το φόντο, η απόφαση του Γιούρογκρουπ εστιάζει στη διαμόρφωση ειδικών δεικτών μέτρησης των όρων της λεγόμενης «βιωσιμότητας» των ασφαλιστικών συστημάτων, με βασικές παραμέτρους τη «δημογραφική γήρανση», τυχόν μελλοντικούς «δημοσιονομικούς κινδύνους», το ύψος των κρατικών κονδυλίων για Ασφάλιση ως ποσοστό του ΑΕΠ κ.ά, ενώ, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, η προσέγγιση θα είναι συνολική, «καθώς τα βασικά χαρακτηριστικά των συνταξιοδοτικών συστημάτων συνδυάζονται με τους θεσμούς της αγοράς εργασίας και τα δίκτυα Κοινωνικής Ασφάλισης».
Σχετικά και απόλυτα, περιγράφεται το πλαίσιο για την καρατόμηση των κρατικών κονδυλίων για την Ασφάλιση και την Πρόνοια της λαϊκής οικογένειας, και μάλιστα με «έγκαιρες παρεμβάσεις» και συνοπτικές διαδικασίες, με φόντο τυχόν μελλοντικούς «κινδύνους» από τη λεγόμενη «δημογραφική γήρανση», αλλά και από τις γενικότερες οικονομικές εξελίξεις, όπως για παράδειγμα τις τρέχουσες εκτιμήσεις γύρω από την πορεία του ΑΕΠ και των άλλων μεγεθών στους προϋπολογισμούς των κρατών της Ευρωζώνης.
Για τους σκοπούς αυτούς προετοιμάζονται «συνοδευτικοί δείκτες», οι οποίοι, μεταξύ άλλων, αφορούν τη «συγκριτική αξιολόγηση» της «νομικής» και της «πραγματικής» ηλικίας για τη συνταξιοδότηση και την αναλογία των συνταξιούχων επί του απασχολούμενου εργατικού δυναμικού.
Εξίσου αποκαλυπτική είναι και η περίπτωση της «συγκριτικής αξιολόγησης» ανάμεσα στη «μέση σύνταξη» με το «μέσο μισθό». Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται στην απόφαση του Γιούρογκρουπ, μια «υψηλή τιμή υποδεικνύει ένα σχετικά γενναιόδωρο σύστημα, ενώ μια χαμηλή τιμή το αντίθετο».
Θυμίζουμε ότι το συγκεκριμένο πρότυπο έρχεται να «δέσει» με τη «συνταγή» που έχει προτείνει και το ΔΝΤ για την Ελλάδα, με κατεύθυνση βέβαια την ακόμη μεγαλύτερη συρρίκνωση των καταβαλλόμενων συντάξεων, τόσο σε απόλυτα επίπεδα, όσο και ως ποσοστό του παραγόμενου ΑΕΠ.
Την ίδια ώρα, και ενώ οι αποφάσεις σε επίπεδο Γιούρογκρουπ αποτελούν τον «καταλύτη» των αντιλαϊκών διεργασιών και εξελίξεων, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ επικαλείται τις «βέλτιστες πρακτικές» της ΕΕ, στρώνοντας το χαλί στο σάρωμα των εργατικών – λαϊκών δικαιωμάτων στο έδαφος των μνημονίων.
Αποκαλυπτική ως προς το εύρος των επόμενων αντιλαϊκών παρεμβάσεων στην Ελλάδα είναι η έκθεση που δημοσιοποίησε χτες η Eurobank. Παραθέτοντας και στοιχεία από την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με «τη δημογραφική γήρανση, 2015», και αντιμετωπίζοντας το Ασφαλιστικό αποκλειστικά ως δημοσιονομικό θέμα, επισημαίνονται μεταξύ άλλων τα παρακάτω:
- Η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα (με βάση τα σημερινά δεδομένα, πριν από τις επερχόμενες νέες μειώσεις) προβλέπεται να μειωθεί κατά 1,9 ποσοστιαίες μονάδες την περίοδο 2013 – 2060, φτάνοντας το 14,3% του ΑΕΠ στο τέλος αυτής της περιόδου, σε σύγκριση με 11,1% του ΑΕΠ στην «ΕΕ των 28» και 12,3% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη (πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έκθεση για τη δημογραφική γήρανση, 2015). Να σημειωθεί ότι οι εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τη «δημογραφική γήρανση» αποτελούν μια ακόμη παράμετρο των «συγκριτικών αξιολογήσεων» που προωθεί το Γιούρογκρουπ.
- Το ποσοστό της ηλικιακής ομάδας πάνω από 65 ετών στην Ελλάδα σε σχέση με τις ηλικίες 15 – 64 ετών θα αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, φτάνοντας το 2060 επίπεδα υψηλότερα από το μέσο όρο της «ΕΕ των 28», αλλά και των αντίστοιχων ποσοστών άλλων οικονομιών της ΕΕ (π.χ. Ιταλία και Γερμανία), που χαρακτηρίζονται από αρνητικές δημογραφικές τάσεις, σύμφωνα με την έκθεση.
- Σύμφωνα με στοιχεία της Γιούροστατ για το 2014 (τα τελευταία διαθέσιμα), σε κάθε δικαιούχο σύνταξης στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν 1,3 εργαζόμενοι, αναλογία που αποτελεί τη χαμηλότερη στην «ΕΕ των 28».
- Παρά την «πρόοδο» που διαπιστώνει η έκθεση στην αποκατάσταση της «βιωσιμότητας» του συνταξιοδοτικού συστήματος της Ελλάδας, με τα αντιασφαλιστικά μέτρα που προηγήθηκαν, η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ σημείωσε αύξηση τα τελευταία χρόνια, φτάνοντας το 17,4% του ΑΕΠ στο τέλος του 2016.
- Σε σύγκριση με τις άλλες δύο οικονομίες της Ευρωζώνης με τις δυσμενέστερες δημογραφικές προοπτικές, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της συνταξιοδοτικής δαπάνης στην Ελλάδα την περίοδο 1991 – 2009 ανήλθε κατά μέσο όρο σε 8,3%, σε σχέση με 3,8% στην Ιταλία και 3,6% στη Γερμανία.
Οι παρεμβάσεις που προετοιμάζει το Γιούρογκρουπ έρχονται να «δέσουν» και με την πρόσφατη δέσμη προτάσεων των Ευρωπαίων βιομηχάνων της «Βusiness Europe», στην οποία ανήκει και ο ΣΕΒ. Μεταξύ άλλων, προτείνονται:
— Παραμονή στην εργασία για «μακρύτερο χρονικό διάστημα», ώστε να διασφαλίζεται η «βιωσιμότητα» του ασφαλιστικού συστήματος.
— Μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, που να στοχεύουν στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Πρόκειται για την κατακρεούργηση των εργασιακών δικαιωμάτων με την εντατικοποίηση της απόλυτης και σχετικής εκμετάλλευσης των εργαζομένων, με κατεύθυνση της τόνωσης της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου.
— «Εξορθολογισμός» του ρυθμιστικού περιβάλλοντος εργασίας, ώστε να γίνει «πιο απλό, ευέλικτο και σαφές».
— Μείωση του «μη μισθολογικού κόστους» μέσω στοχευμένων μειώσεων στις εργοδοτικές εισφορές.
— Αντιμετώπιση των ελλείψεων σε εργασιακές εξειδικεύσεις, μέσω καλύτερης στόχευσης του εκπαιδευτικού συστήματος και του συστήματος επαγγελματικής κατάρτισης στις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
http://www.rizospastis.gr