Ο «Ριζοσπάστης» συζητά με τον πρόεδρο του Συνδικάτου Μετάλλου Αττικής και Ναυπηγικής Βιομηχανίας, Σ. Πουλικόγιαννη
Από το 2010 και μετά, τα επιτελεία της εργοδοσίας, αξιοποιώντας τα κόμματά τους και κάθε μηχανισμό που διέθεταν, με όπλο την ανεργία και τις άλλες συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης, επιτέθηκαν με λύσσα στα Συνδικάτα μας, έχοντας ως στόχο να τελειώσουν μια και καλή με τις κατακτήσεις και τα δικαιώματά μας.
Αιχμή του δόρατος της προπαγάνδας τους ήταν ότι «για την ανεργία φταίει το ΠΑΜΕ» και τα ταξικά Συνδικάτα, οι αγώνες που αυτά οργάνωσαν, οι απεργίες που πραγματοποιήθηκαν και οι «απαράδεκτες επιδιώξεις που επέβαλαν», τα «ακριβά μεροκάματα», το 7ωρο, τα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας, η «ακριβή υπερωρία». Λέγοντας ότι όλα αυτά αύξησαν το «κόστος εργασίας», απειλούσαν τους εργαζόμενους, καλώντας τους «να τα ξεχάσουν» και να υπογράφουν ατομικές συμβάσεις αν θέλουν να έχουν ένα μεροκάματο.
Τα χρόνια που μεσολάβησαν, παρά τους αρνητικούς συσχετισμούς, με κύριο πρόβλημα την ανεργία στον κλάδο, που έφτασε πάνω από 90%, το Συνδικάτο μας με ό,τι δυνάμεις είχε δεν παραιτήθηκε από τον αγώνα για την υπεράσπιση των κατακτήσεών μας. Αποκαλύψαμε τις πραγματικές αιτίες και τον χαρακτήρα της κρίσης, προβάλαμε στον αντίποδα της επιχειρηματολογίας των εργοδοτών για αύξηση της ανταγωνιστικότητας, τη δική μας, για αγώνα με μοναδικό γνώμονα τις ανάγκες της εργατικής οικογένειας.
Ολη αυτή η δουλειά και οι δεσμοί του Συνδικάτου με τους εργαζόμενους σε βάθος δεκαετιών, ήταν οι στέρεες βάσεις για να αναπτύξουμε αυτόν τον σκληρό 9μηνο αγώνα, που κατέληξε στην υπογραφή κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης μετά από τόσα χρόνια, πατώντας και στην αύξηση της παραγωγικής δραστηριότητας από το 2016 και μετά.
Οι ατομικές Συμβάσεις των τελευταίων χρόνων είχαν δημιουργήσει μια κατάσταση με τα μεροκάματα «σκοτωμένα», το 7ωρο να έχει γίνει ως επί το πλείστον 8ωρο, την υπερωρία πάμφθηνη και τα υπόλοιπα θεσμικά «άγνωστη» λέξη. Με τον κάθε εργαζόμενο έρμαιο στους εκβιασμούς κάθε εργοδότη.
Σήμερα, με την υπογραφή της ΣΣΕ, σε σχέση με αυτήν την κατάσταση, προβλέπονται μεγάλες αυξήσεις, που ξεκινούν σε ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων από 100% και φτάνουν το 20% στη μεγάλη πλειοψηφία του κλάδου και το 10% σε ένα μικρό κομμάτι. Το κατώτερο ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη είναι στα 50,50 ευρώ. Το κατώτερο ημερομίσθιο του βοηθού είναι στα 61,80 ευρώ. Το ανώτερο ημερομίσθιο του τεχνίτη στα 87 ευρώ.
Κατοχυρώνεται ξανά το 7ωρο – 5ήμερο – 35ωρο, με Σάββατο και Κυριακή αργία και αποδοχές 6 ημερομίσθια για 5ήμερη εργασία. Για πρώτη φορά κατοχυρώνονται εντός του 7ωρου δύο 15λεπτα διαλείμματα. Επανέρχεται η υπερωρία στο 100% προσαύξηση από την πρώτη ώρα και προβλέπεται απαγόρευση υπερωρίας άνω των 3 ωρών τη μέρα. Κατοχυρώνονται για πρώτη φορά μέσα στη ΣΣΕ ο 13ος και ο 14ος μισθός. Κατοχυρώνονται εκ νέου όλες οι παλιότερες διατάξεις για τα μέτρα προστασίας της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς, οι διατάξεις για την κάλυψη από εργατικό ατύχημα από την πρώτη ώρα.
Καθοριστική η καθολική συμμετοχή χιλιάδων εργαζομένων σε όλες τις κινητοποιήσεις
— Ποια ήταν η στάση της εργοδοσίας στο ξεκίνημα των διαπραγματεύσεων και τι έπαιξε ρόλο για να έρθει αυτό το θετικό αποτέλεσμα για τους εργαζόμενους;
— Η εργοδοσία, πριν ξεκινήσουμε τις κινητοποιήσεις, πατώντας πάνω στον εργασιακό μεσαίωνα που η ίδια είχε επιβάλει στους χώρους εργασίας, με όπλα την ανεργία, τους εκατοντάδες αντεργατικούς νόμους των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ – ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, δεν συζητούσε καν το ενδεχόμενο υπογραφής Σύμβασης. Μετά τις πρώτες προειδοποιητικές στάσεις εργασίας που πραγματοποιήσαμε, συζητούσε το ενδεχόμενο να υπογραφεί μία ΣΣΕ που ουσιαστικά θα νομιμοποιούσε τον εργασιακό μεσαίωνα.
Η στάση της εργοδοσίας πήγαζε από την πεποίθηση ότι το Συνδικάτο είχε χάσει το έρεισμά του στους εργαζόμενους, ότι η κρίση είχε τσακίσει τόσο πολύ τους εργαζόμενους που τα ιδεολογήματα «δουλειά να ‘ναι και ό,τι να ‘ναι» ή ότι «οι κινητοποιήσεις θα διώξουν πάλι τις δουλειές που ήρθαν», θα απέτρεπαν τους εργαζόμενους από τα καλέσματα του Συνδικάτου και τη συμμετοχή στις κινητοποιήσεις.
Η καθολική συμμετοχή, όμως, των χιλιάδων συναδέλφων σε όλες τις κινητοποιήσεις και η περιφρούρησή τους από τους ίδιους σε κάθε χώρο στρίμωξαν την εργοδοσία, η οποία άρχισε σταδιακά να κάνει βήματα πίσω, μέχρι στο τέλος να αναγκαστεί να υπογράψει όσα αναφέραμε.
Για να υπάρξει αυτή η καθολική συμμετοχή των εργαζομένων στον αγώνα, καθοριστικό ήταν ότι επικράτησε στη μεγάλη πλειοψηφία τους η απόφαση ότι «αρνούμαι να δουλεύω σαν σκλάβος, θέλω να δουλεύω και να καλύπτω τις ανάγκες μου». Για να γίνει αυτή η συζήτηση προετοιμάσαμε τις κινητοποιήσεις μέσα από κυλιόμενες στάσεις εργασίας και Συνελεύσεις ανά χώρο δουλειάς. Παράλληλα, καλούσαμε σε Γενική Συνέλευση του Συνδικάτου πριν από κάθε κινητοποίηση για την οργάνωσή της και μετά για την αποτίμηση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τους πρώτους μήνες των κινητοποιήσεων, στις συσκέψεις – συνελεύσεις – συγκεντρώσεις, από ένα κομμάτι του κόσμου εκφραζόταν η άποψη ότι όσο και να παλέψουμε, Σύμβαση δεν πρόκειται να υπογράψουμε. Οι ίδιοι όμως συμπλήρωναν ότι ο αγώνας πρέπει να γίνει γιατί ακόμα και αν δεν υπογράψουμε θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να το κάνουμε κάποια άλλη στιγμή αργότερα. Αυτός ακριβώς ο κόσμος είναι που σήμερα σε συζητήσεις σπάει τη λογική της αναποτελεσματικότητας.
— Σε αυτήν την προσπάθεια του Συνδικάτου και των εργαζομένων, υπήρχαν δυνάμεις που προσπάθησαν να βάλουν εμπόδια; Πώς ξεπεράστηκαν αυτά;
— Μέσα σε όλη αυτή την πολύμηνη προσπάθεια δεν παίζαμε μπάλα μόνοι μας. Η εργοδοσία προσπάθησε να επιστρατεύσει ό,τι δυνάμεις είχε για να βάλει εμπόδια: Από απειλές, τρομοκρατία, μέχρι φυσικά τα μαντρόσκυλά της, τους φασίστες της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής.
Η αποκάλυψη όμως του χαρακτήρα τους και του ρόλου τους στο πλευρό των εργοδοτών, τους απομόνωσε σε ένα θλιβερό περιφερόμενο θίασο που σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να εμποδίσει τον αγώνα μας. Ισα ίσα, η ευθεία αντιπαράθεσή τους με τα συμφέροντα των εργαζομένων και τον αγώνα που οι ίδιοι οι συνάδελφοι περιφρουρούσαν, βοήθησε ακόμα περισσότερο να βγουν συμπεράσματα και να απομονωθούν ακόμα πιο πολύ.
Από την άλλη, οι δυνάμεις της πλειοψηφίας στην Ομοσπονδία, οι ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ στην ΠΟΕΜ, υπονόμευσαν τον αγώνα, αρνούμενοι να ανοίξουν οι ίδιοι θέμα Σύμβασης στον κλάδο σε κατεύθυνση ανάκτησης των απωλειών. Ζύμωναν τη γραμμή των εργοδοτών για υπεράσπιση της ανταγωνιστικότητας, αναμασώντας ιδεολογήματα ότι οι κινητοποιήσεις θα διώξουν τις δουλειές και θα κλείσουν τα εργοστάσια.
Εμείς, μαζί με άλλα ταξικά συνδικάτα του κλάδου, με αγωνιστές εργαζόμενους σε κάθε χώρο, θα προσπαθήσουμε να αξιοποιήσουμε την πείρα μας και να βοηθήσουμε να ανάψει η φλόγα της διεκδίκησης Συμβάσεων και σε άλλους χώρους, με αυξήσεις στους μισθούς και καλύτερους όρους δουλειάς.
Συνεχίζουμε πολύμορφα τον αγώνα για την εφαρμογή της Σύμβασης
— Ηδη από τη Γενική Συνέλευση για την έγκριση του τελικού σχεδίου Σύμβασης, τονίστηκε ότι επόμενο βήμα του αγώνα είναι η μάχη για την εφαρμογή της. Πώς σχεδιάζει το Συνδικάτο αυτήν τη μάχη;
— Από την αρχή ήταν ξεκάθαρο σε όλους μας ότι οι συνθήκες για υπογραφή ΣΣΕ δεν είναι ίδιες όπως παλιότερα. Ο αγώνας μας αντικειμενικά έχει δύο «ημίχρονα»: Το πρώτο που μόλις έληξε με επιτυχία, που αφορά στην υπογραφή της ΣΣΕ, και το δεύτερο, που αφορά στην εφαρμογή της Σύμβασης στους χώρους δουλειάς.
Η εφαρμογή μάλιστα είναι πιο δύσκολη υπόθεση, ειδικά σε αυτές τις συνθήκες έντασης των ανταγωνισμών, καθώς ο εργοδότης θα πρέπει να δώσει πίσω στους εργαζόμενους ένα μεγαλύτερο κομμάτι από τον πλούτο που παράγουν.
Δεν έχουμε αυταπάτες ότι αυτό θα γίνει αναίμακτα και ότι ξαφνικά οι εργοδότες θα αρχίσουν να μοιράζουν λεφτά απλά επειδή δεσμεύονται από κάποια Σύμβαση.
Για να γίνει κατανοητό αυτό αρκεί να αναφέρουμε κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα: Περίπου 400 – 500 εργαζόμενοι που σήμερα παίρνουν 6-7 κατοστάρικα πρέπει, με βάση τη νέα Σύμβαση, να πάρουν 1.250 ευρώ, δηλαδή αύξηση 100%. Αλλοι 500 – 600 εργαζόμενοι που παίρνουν 1.000 ευρώ πρέπει να πάρουν 1.400 και άλλοι τόσοι που παίρνουν 1.300 ευρώ πρέπει να πάρουν 1.700…
Εμείς, αυτήν τη στιγμή, προετοιμαζόμαστε σε δύο μέτωπα. Το πρώτο είναι απέναντι στην κυβέρνηση και κόντρα σε όλο το αντεργατικό θεσμικό πλαίσιο. Το επόμενο διάστημα θα οργανώσουμε μια σειρά από παρεμβάσεις και κινητοποιήσεις απέναντι στην κυβέρνηση με αίτημα να κηρυχθεί υποχρεωτική η ΣΣΕ.
Το δεύτερο μέτωπο είναι αυτό της εφαρμογής της Σύμβασης σε κάθε χώρο δουλειάς. Γι’ αυτό ήδη έχουμε ξεκινήσει γύρο περιοδειών, συσκέψεων και Συνελεύσεων σε χώρους δουλειάς. Το επόμενο διάστημα θα προχωρήσουμε σε κυλιόμενες στάσεις εργασίας από χώρο σε χώρο, για πραγματοποίηση Συνελεύσεων με αίτημα την εφαρμογή της Σύμβασης.
Σίγουρα θα είναι μακρύς και αυτός ο αγώνας. Θα χρειαστεί να αξιοποιήσουμε όλες τις μορφές. Είμαστε όμως αισιόδοξοι ότι θα τα καταφέρουμε. Η αισιοδοξία μας αυτή πηγάζει από την ίδια μας την πείρα από τον αγώνα μας για την υπογραφή της Σύμβασης, από την καθολική συμμετοχή των συναδέλφων στις κινητοποιήσεις και τη συσπείρωση στο ταξικό Συνδικάτο μας. Εχουμε εμπιστοσύνη στους χιλιάδες μεταλλεργάτες που δεν συμμετείχαν απλώς, αλλά περιφρούρησαν οι ίδιοι τον αγώνα, γιατί δεν θέλουν να ζήσουν σαν σκλάβοι, γιατί η ικανοποίηση των αναγκών, των ίδιων και των οικογενειών τους, δεν χωράει στη λογική της υπεράσπισης της ανταγωνιστικότητας των εργοδοτών.