Εννέα οι αποψινές κινηματογραφικές πρεμιέρες, με αρκετές ενδιαφέρουσες, όπως το βρετανο-νεοζηλανδέζικο, αντισυμβατικό γουέστερν «Slow West» (2015), πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Τζον Μακλίν, ένα αργό και ποιητικό roadtrip στα δραματικά τοπία του Κολοράντο, με αποτυπωμένο πάνω της το θετικό ενθουσιασμό του «πρωτάρη»… Παίζουν οι Μάικλ Φασμπέντερ, Κόντι Σμιτ Μακφί κ.ά. (Δείτε εδώ το Trailer).
Διασκεδαστική η αμερικάνικη νεοϋορκέζικη κωμωδία του Νόα Μπάουμπαχ «Οσο είμαστε νέοι» (2014 – While we’re young), που θυμίζει νεαρό Γούντι Αλεν, μια διαχρονική παρατήρηση για το πώς οι νέοι θα ήθελαν να είναι μεγαλύτεροι και κάποιοι μεγαλύτεροι θέλουν να διατηρήσουν την ψευδαίσθηση της αιώνιας νεότητας. Ηλικία και ωριμότητα δε μετριούνται πάντα με τα χρόνια. Με τους Μπεν Στίλερ, Ναόμι Γουότς, Αμάντα Σέιφριντ κ.ά. (Δείτε εδώ το Trailer).
Σκοτεινό και γκρίζο το θέμα του βρετανο-ιταλικού δράματος «Ξεχασμένες ζωές» (2013 – Still Life), δεύτερη ταινία μεγάλου μήκους του Ιταλού, πολιτογραφημένου Eγγλέζου, Ουμπέρτο Παζολίνι. Ποιητική ταινία για τη ζωή, τη μοναξιά και το θάνατο. Για την αξία της ζωής των άλλων και τη σπουδαιότητα του ανοίγματος της δικής μας ζωής στους άλλους. Γεωμετρική σκηνοθεσία, που αφηγείται τη μοναξιά των ζωντανών και των νεκρών… Με τον Εντι Μαρσάν στο ρόλο του Τζον Μέι. (Δείτε εδώ το Trailer).
Το «πορνογραφικό» ενδιαφέρον της μεσαίας τάξης για το φαγητό επεκτείνεται από την τηλεόραση στον κινηματογράφο, μέσα από την εγγλέζικη παραγωγή «Ταξίδι στην Ιταλία» (2014 -The trip to Italy), σε σκηνοθεσία Μάικλ Γουίντερμποτομ. Road movie, μείγμα μυθοπλασίας και πραγματικότητας, το ταξίδι δύο φίλων σε έξι εστιατόρια, σε ελκυστικούς και γοητευτικούς ιταλικούς προορισμούς, στην περιοχή της Γένοβας, στην Τοσκάνη, τη Ρώμη, το Αμάλφι και το Κάπρι, ακολουθώντας τα ίχνη των Αγγλων ρομαντικών ποιητών Πέρσι Σέλλεϋ και Λόρδου Βύρωνα. Είναι το δίδυμο Στιβ Κούγκαν και Ρομπ Μπράιντον, που ανέλαβαν την παραπάνω αποστολή για λογαριασμό της εφημερίδας «The Observer», υποδυόμενοι τους εαυτούς τους, τρώγοντας και σχολιάζοντας, με αυτοσχεδιαστικούς και αυτοσαρκαστικούς διαλόγους, για την κρίση ηλικίας, το άγχος και το γήρας… (Δείτε εδώ το Trailer).
Πρεμιέρα απόψε και για το αμερικάνικο δράμα «Χορωδία» (2014- Boychoir) σε σκηνοθεσία Φρανσουά Ζιράρ, την αμερικάνικη ταινία δράσης με τον Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ, «Εξολοθρευτής: Γένεσις» (2015 – Terminator: Genisys) του Αλαν Τέιλορ, την αμερικάνικη ταινία τρόμου «Παγιδευμένη Ψυχή: Κεφάλαιο 3» (2015 – Insidious: Chapter 3) σε σκηνοθεσία Λι Γουάνελ. Τέλος, πρεμιέρα απόψε και για τη γαλλο-βελγική ταινία κινουμένων σχεδίων «Ο Κιτρινομύτης σε τρελές πτήσεις» (2014 – Yellowbird), για ένα ορφανό, ανήσυχο πουλάκι, σε σκηνοθεσία Κρίστιαν Ντε Βίτα…
Και τώρα περνάμε στον αξιόλογο κινηματογράφο, που πρέπει να δει κανείς στις αίθουσες. Συνεχίζεται στο «Δαναό» το σπουδαίο ισπανικό θρίλερ «Το μικρό νησί» (2014) του Αλμπέρτο Ροντρίγκεζ. Συνεχίζονται στο θερινό «Ζέφυρο» τα κλασικά, δυσεύρετα φιλμ νουάρ «Παράκαμψη» (1945) του Εντγκαρ Τζ. Ούλμερ και «Ο δολοφόνος της λεωφόρου» (1953) της Ιντα Λουπίνο. Το «Στούντιο» της πλατείας Αμερικής επικεντρώνεται σε βωβές ταινίες από την ιστορία του κινηματογράφου: «Ο Κινηματογραφιστής» (1928) του Μπάστερ Κίτον, «Μωρέ Κουράγιο!» (1923) των Φρεντ Νουμέγιερ και Σαμ Τέιλορ με το θρυλικό κωμικό Χάρολντ Λόυντ και τέλος «Χρυσή εποχή» (1930) των Λουίς Μπουνιουέλ και Σαλβαδόρ Νταλί. Στην «Αλκυονίδα» προβάλλεται το «Οπλοστάσιο» (1929) και το «Σβενιγκόρα» (1928) του Αλεξάντρ Ντοβζένκο, διαχρονικά αριστουργήματα του ανυπέρβλητου Σοβιετικού κινηματογράφου…
Προτελευταία βδομάδα διανύει το φετινό «ΤΑΙΝΙΟΡΑΜΑ 2015» του «Αστυ», με ολόκληρη τη Δευτέρα 29/6 – τρεις ταινίες με ένα εισιτήριο – αφιερωμένη στο Δανό Τόμας Βίντερμπεργκ, ενώ η Τρίτη 30/6 αφιερώνεται στους Βέλγους αδελφούς, Ζαν-Πιέρ και Λυκ Νταρντέν…
Την Τετάρτη, τέλος, 1 Ιούλη, στις 6 το απόγευμα, προβάλλεται στο «Αστυ» η εκπληκτική ρουμάνικη ταινία «Οικογενειακή υπόθεση» (2013) σε σκηνοθεσία Κάλιν Πίτερ Νέτζερ, ταινία βραβευμένη στο Φεστιβάλ του Βερολίνου το 2013 με τη «Χρυσή Άρκτο» και το βραβείο «FIPRESCI». 34χρονος γόνος ισχυρής αστικής οικογένειας παρασύρει και σκοτώνει, λόγω υπερβολικής ταχύτητας, ένα 14χρονο από τις υποβαθμισμένες συνοικίες. Ο αγώνας της μητέρας του δράστη προς πάσα κατεύθυνση, με θεμιτά και αθέμιτα μέσα, για μείωση της επικείμενης ποινής του γιου της, αποκαλύπτει τη διαφθορά, την υποκρισία και τη σαπίλα του αστικού συστήματος…
Κριτική: Τζία Γιοβάνη.
Τεράστιο και εντυπωσιακό το ποιητικό κινηματογραφικό ταλέντο του κομμουνιστή Ουκρανού σκηνοθέτη Ντοβζένκο, τόσο που σαρώνει κάθε νόρμα, εκφράζοντας το βάθος με το οποίο ο δημιουργός συλλαμβάνει τη ζωή! Η δεύτερη ταινία του, από την τριλογία του πολέμου, το «Οπλοστάσιο» (1929), άλλως «Αρσεναλ», βγαίνει στις αίθουσες απόψε, μετά την «Ζβενιγκόρα» (1928), ενώ θα ακολουθήσει και η «Γη» (1930). Το δεύτερο αυτό μέρος αρχίζει εκεί που τελειώνει το πρώτο («Σβενιγκόρα»), χωρίς να καλύπτει την ίδια ιστορική έκταση. Η δομή, ωστόσο, και αυτού του μέρους συνίσταται σε 7 επεισόδια, όπως το πρώτο. Ο ίδιος ο Ντοβζένκο, στους τίτλους της αρχής, ορίζει την ταινία του «ιστορικο-επική». Με σενάριο βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, παρουσιάζει μια συμπυκνωμένη συμβολική απεικόνιση από την οπτική ενός μπολσεβίκου στρατιώτη, του Τιμός, που έχει αποστρατευθεί. Η κάμερα πλανάται στο χώρο και στέκεται στις τραγικές συνέπειες του πολέμου… την πείνα, τη δυστυχία και την απόγνωση, ενώ στο μέτωπο, σαν σε θέατρο σκιών, σιλουέτες στρατιωτών πολεμούν με το πιστόλι στον κρόταφο, σε ασαφή μέτωπα κι άλλοι τρελαίνονται από τα αέρια που τους έδωσαν να χρησιμοποιούν. Βλέπουμε τη μαζική λιποταξία των στρατιωτών από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στις αρχές του 1917, τις διαδηλώσεις των εθνικιστών στους δρόμους του Κιέβου, τους αποστρατευμένους να κατατάσσονται στο στρατό του εθνικιστή Πετλιούρα, τη σύντομη θητεία της εθνικιστικής κυβέρνησης και τέλος την αποτυχημένη εξέγερση των μπολσεβίκων εργατών, που οχυρώθηκαν στο οπλοστάσιο του Κιέβου, το Γενάρη του 1918, εναντίον των εθνικιστών…
Οι μπολσεβίκοι στο Κίεβο οργανώνουν, στα τέλη του Γενάρη του ’18, στο οπλοστάσιο, ένοπλη εξέγερση για την ανατροπή της εθνικιστικής κυβέρνησης και η πόλη παραλύει, περιμένοντας τι θα γίνει. Μέχρι τις πρώτες μέρες του Φλεβάρη, οι μπολσεβίκοι πολιορκούνται στο οπλοστάσιο κι έχουν απώλειες… Διασχίζοντας, μάλιστα, το χειμωνιάτικο τοπίο, μεταφέροντας ένα νεκρό σύντροφό τους στη μάνα του, να τον θάψει, βλέπουμε τα άλογά τους να συνομιλούν! Η εξέγερση συνεχίζεται, οι εργάτες στο οπλοστάσιο κάνουν την τελευταία τους επίθεση, αλλά συναντούν την ήττα. Οι εθνικιστές είναι πολύ περισσότεροι και οργανωμένοι. Ο Τιμός βρίσκεται αντιμέτωπος με το απόσπασμα. Κοιτάζοντας κατάματα το θάνατο, φωνάζει για τελευταία φορά ότι είναι ένας «Ουκρανός εργάτης». Τον πυροβολούν, αλλά οι σφαίρες γλιστρούν από πάνω του… Οι αντίπαλοι τα χάνουν… Πυροβολούν ξανά και ξανά… Οι σφαίρες τους, όμως, δεν μπορούν πια να αγγίξουν τον ανίκητο Τιμός, με γυμνό το προτεταμένο του στήθος. Η ταινία απογειώνεται στο χώρο του μύθου!
Παραγωγή: Σοβιετική Ενωση (1929).
Είναι δύσκολο να αναγνωρίσει κανείς το αποτύπωμα του Δανού σκηνοθέτη Τόμας Βίντερμπεργκ, όπως το γνωρίσαμε μέσα από τις ταινίες «Γιορτή» (1998) και «Κυνήγι» (2012), πυλώνες του «Δόγματος 95». Το στίγμα Βίντερμπεργκ μοιάζει να κρύβεται πίσω από τα κοστούμια εποχής και τις βαριές κουρτίνες στα – αξιοπρεπή – εγκαίνια της νέας του καριέρας ως «σκηνοθέτη των πάντων». Επιτυχημένη άσκηση στιλ, με φανταχτερό κλασικισμό που περιβάλλει το μελό της κλασικής, λογοτεχνικής saga για τη βικτωριανή Αγγλία, «Μακριά από το αγριεμένο πλήθος» (1874) του Τόμας Χάρντι, μυθιστόρημα λιγότερο γνωστό κινηματογραφικά, από τα βικτωριανά έργα της Τζέιν Οστιν και των αδελφών Μπροντέ. Σπουδαιότερος αντίπαλος στο αξιοπρεπέστατο πόνημα του Βίντερμπεργκ, ο σκηνοθέτης Τζον Σλέσινγκερ που μετέφερε στον κινηματογράφο, μισό αιώνα πριν, το 1967, το ίδιο έργο του Χάρντι, με την Τζούλι Κρίστι στον κεντρικό ρόλο.
Ο Βίντερμπεργκ σεβάστηκε το λογοτεχνικό κείμενο σε γράμμα και πνεύμα. Λέγεται ότι οι διάλογοι της ταινίας βγαίνουν αυτούσιοι από το πρωτότυπο, που διηγείται την ιστορία της νεαρής Μπαθσίμπα Εβερντίν που κληρονόμησε τη φάρμα του θείου της, στην αγροτική Αγγλία του 19ου αιώνα, τη χωμένη στα μυθικά, βουκολικά τοπία που συνθέτουν ένα ποικιλόχρωμο πανόραμα, μια οπτική ποίηση, υπογραμμισμένη από μουσικούς ήχους ακίνδυνης λυρικότητας αλλά και στυγνούς ταξικούς διαχωρισμούς με άκαμπτους κοινωνικούς κώδικες. Εντυπωσιακά αποφασιστική και απελευθερωμένη για την εποχή της, η Μπαθσίμπα, διχασμένη ανάμεσα στην τολμηρή της ιδιοσυγκρασία και την ανεμελιά της νιότης, δεν τολμά ανοιχτή ρήξη με τις κοινωνικές προκαταλήψεις. Η Μπαθσίμπα προκαλεί το ερωτικό πάθος τριών ανδρών και ανατρέπει τη μοίρα τους. Του αφοσιωμένου εργάτη Γκάμπριελ, του πλούσιου γαιοκτήμονα Γουίλιαμ Μπόλντγουντ και του λοχία Τρόι, ξεπεσμένου αριστοκράτη και «Δον Ζουάν». Ο τελευταίος, στην εκδοχή Σλέσινγκερ, συνιστά τον κεντρικό ανδρικό χαρακτήρα. Ο Βίντερμπεργκ προσπαθεί να αιτιολογήσει την αντιπαθητική του συμπεριφορά, δείχνοντας βήμα-βήμα το «τραύμα» από ένα γάμο που δεν έγινε ποτέ. Τον κεντρικό ανδρικό χαρακτήρα, στη ρομαντικά ρεαλιστική ταινία του Βίντερμπεργκ, κατέχει ο Γκάμπριελ, διακριτικό μείγμα ευαισθησίας και τεστοστερόνης.
Πέρα από το καλαίσθητο ακαδημαϊκό μωσαϊκό, γεμάτο πάθη που χτυπιούνται στο τείχος του κοινωνικού φαταλισμού, γεμάτο ευαισθησία στην ερμηνεία ανθρώπινων σχέσεων, φορτισμένων με ερωτισμό, που συνθλίβονται απ’ το βάρος των κοινωνικών συμβάσεων, ο συγγραφέας Τόμας Χάρντι θα έπρεπε να «ντυθεί» με κάτι όχι απλά όμορφο, ώστε η ταινία να πρόσθετε κάτι παραπάνω στις προγενέστερες μεταφορές…
Με τους: Κάρεϊ Μάλιγκαν, Μάικλ Σιν, Ματίας Σένερτς, Τομ Στάριτζ, Τζούνο Τεμπλ κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ, Μ. Βρετανία (2015).