Οι επώδυνες ανατροπές του νόμου 4336/2015, που τέθηκε σε εφαρμογή σχεδόν στα μέσα του περασμένου Αυγούστου, επιβεβαιώνονται με την πρώτη εγκύκλιο που εξέδωσε το υπουργείο Εργασίας την Τρίτη 29 Σεπτέμβρη, αλλά ταυτόχρονα δημιουργείται σύγχυση αναφορικά με την εφαρμογή του νόμου για το ρυθμό αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, τον υπολογισμό των συντάξεων, τα κατώτερα όρια. Παράλληλα γίνεται φανερό ότι για μια σειρά άλλα ζητήματα εφαρμογής του νόμου θα υπάρξουν επιπλέον εγκύκλιοι το επόμενο διάστημα.
Σχετικά με τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, η εγκύκλιος δρομολογεί ότι μετά το τέλος του 2021 οι ασφαλισμένοι όλων των Ταμείων που δεν έχουν θεμελιώσει δικαίωμα συνταξιοδότησης θα συνταξιοδοτούνται πλέον στο 67ο έτος της ηλικίας τους (και αυτό το όριο μπορεί να αυξάνεται ανάλογα με την εξέλιξη του προσδόκιμου ζωής), με την προϋπόθεση των 4.500 ημερών ασφάλισης.
Σε μικρότερη ηλικία και μέχρι το 62ο έτος, μπορεί να συνταξιοδοτείται κάποιος μόνο με μειωμένη και το ανάλογο πέναλτι στο ύψος της σύνταξης το οποίο βέβαια θα μειώνει τη σύνταξη δραματικά. Χωρίς μείωση της σύνταξης μπορούν να συνταξιοδοτηθούν μόνο όσοι έχουν συμπληρώσει 12.000 ημέρες ασφάλισης, προϋπόθεση όμως που είναι ανέφικτη για τη συντριπτική πλειοψηφία των σημερινών εργαζόμενων και ασφαλισμένων όλων των Ταμείων, με δεδομένη την ανεργία, τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, τη μαύρη και ανασφάλιστη εργασία.
Σύγχυση προκαλεί εξάλλου και ένα άλλο σημείο της εγκυκλίου, αυτό που αφορά τα κατώτερα όρια των συντάξεων. Σύμφωνα με αυτό, ενώ οι κατώτερες συντάξεις παγώνουν μέχρι το 2021 στο ύψος που είχαν την 31/7/2015, υπήρξε τον περασμένο Αύγουστο η σχετική εγκύκλιος Παύλου Χαϊκάλη με την οποία καθορίστηκαν νέα χαμηλότερα κατώτερα όρια (από τα 486 στα 392 ευρώ). Έτσι μένει προς διευκρίνιση αν τελικά ισχύει η εγκύκλιος Χαϊκάλη ή αυτό που ορίζει η πρόσφατη εγκύκλιος.