Το γλωσσάρι της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής



Αγορά. Βλέπε οικονομία της αγοράς, δηλαδή τον καπιταλισμό.

Ανάπτυξη. Μια χώρα ή ένα σύνολο χωρών παρουσιάζουν οικονομική ανάπτυξη όταν τα πλούτη της χώρας ή των χωρών (εθνικό προϊόν) αυξάνουν. Στο σύστημα της οικονομίας της αγοράς, το καπιταλιστικό, η αύξηση του πλούτου μιας χώρας δεν οδηγεί απαραίτητα στην αύξηση του ατομικού πλούτου ή των εισοδημάτων των κατοίκων αυτής της χώρας. Συνήθως μόνο οι πλούσιοι, οι καπιταλιστές, επωφελούνται. Μια επιχείρηση παρουσιάζει ανάπτυξη, όταν ο κύκλος εργασιών αυξάνει. Όταν το κέρδος που παράγει μεγαλώνει. Δεν εξυπακούεται όμως ότι και τα ημερομίσθια των εργαζομένων μεγαλώνουν. Σχεδόν πάντοτε, μόνον οι ιδιοκτήτες της επιχείρησης πλουτίζουν.

Ανταγωνισμός: Όταν περισσότεροι επιδιώκουν, την ίδια στιγμή να επιτύχουν κάτι που δεν υπάρχει σε ικανοποιητική ποσότητα για όλους, αυτοί ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Εννοείται συνήθως ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων. Μπορεί κανείς να ανταγωνιστεί με άλλους όταν επιδιώκει περισσότερα από αυτούς. Περισσότερες μονάδες και μετάλλια για ένα αθλητή. Περισσότερα χρήματα. Περισσότεροι πελάτες. Ο ανταγωνισμός παρουσιάζεται από τους πλούσιους σαν βάση της κοινωνίας.

Ισχυρίζονται ότι είναι πλούσιοι επειδή κέρδισαν στην «άμιλλα», στον ανταγωνισμό «της ζωής». Επειδή ήταν πιο πονηροί, πιο θαρραλέοι ή πιο δυνατοί. Βεβαιώνουν ότι, εάν μια επιχείρηση ξεπερνά άλλες επιχειρήσεις, σπρώχνοντάς τες στη χρεωκοπία, αυτό συμβαίνει επειδή πωλούν καλύτερα και πιο φτηνά από αυτούς. Αυτά όχι μόνον δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, αλλά αυτός ο ανταγωνισμός δημιουργεί θύματα και καταλήγει πάντα στο χάος. Η οικονομία της αγοράς, το άλλο όνομα της καπιταλιστικής οικονομίας, στηρίζεται κυρίως στον ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων. Αυτός ο ανταγωνισμός προκαλεί αναρχία, σπατάλη, τακτικές οικονομικές κρίσεις ή ακόμη και πολέμους. Οι απειράριθμες κρίσεις και πόλεμοι από την εγκαθίδρυση του καπιταλισμού σε μεγάλη κλίμακα εδώ και δύο αιώνες το αποδεικνύουν.

Δημόσιες υπηρεσίες. Είναι οι υπηρεσίες που το κράτος αποδίδει στο κοινωνικό σύνολο (με χρήματα που προέρχονται από το κοινωνικό σύνολο ). Έτσι, η υπηρεσία των δημοσίων μεταφορών οφείλει να μεταφέρει πρόσωπα και προϊόντα, όσο το δυνατόν καλύτερα με τις καλύτερες δυνατόν τιμές. Οι δημόσιες υπηρεσίες έχουν τρία καθήκοντα. Οφείλουν να είναι συνεχείς (λοιπόν ποτέ να μη σταματάνε). Καθώς το κράτος «εγγυάται» γι’ αυτές, δεν πρέπει να χρεοκοπούν ποτέ, σαν να ήταν ιδιωτική επιχείρηση. Οφείλουν να εφαρμόσουν την υποχρέωση της ισότητας. Το τιμολόγιο και η ποιότητα υπηρεσιών να είναι οι ίδιες για όλον τον κόσμο. Οφείλουν, π.χ. να προμηθεύουν με πόσιμο νερό, ηλεκτρισμό και τηλέφωνο το πιο απομακρυσμένο μέρος μιας χώρας. Οφείλουν επίσης να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις των χρηστών, να χρησιμοποιούν τις πιο σύγχρονες δυνατές τεχνικές προκειμένου να ανταποκριθούν.

Έχει γραφτεί ότι οι δημόσιες υπηρεσίες ήταν εξαρχής στην υπηρεσία του κοινωνικού συνόλου. Αλλά έχει συμβεί πολλές φορές να έχουν δημιουργηθεί, για να εξυπηρετούν τα συμφέροντα κυρίως των βιομηχάνων με τα χρήματα του κοινωνικού συνόλου. Έτσι πολλά κράτη διαχειρίζονται τις σιδηροδρομικές εταιρείες επειδή οι βιομήχανοι δεν ήθελαν να πληρώσουν για την κατασκευή της υποδομής (σταθμοί: σιδηροδρομικές γραμμές, γέφυρες, τούνελ). Αλλά τις χρειάζονταν για να μεταφέρουν τις πρώτες ύλες τους, τα εμπορεύματά τους και τους εργαζόμενους σ’ αυτούς. Όλος ο κόσμος πλήρωνε λοιπόν να εξασφαλίσει μια υπηρεσία, την οποία έχουν επιτακτική ανάγκη για να αποκομίσουν κέρδη.

Δια βίου εκμάθηση («από τα σπάργανα στα σάβανα»).Εδώ και δεκαπέντε χρόνια, εκτιμούσαν ακόμη ότι οι γνώσεις που αποκτά κανείς στο δημοτικό, μετά στο γενικό ή τεχνικό δευτεροβάθμιο σχολείο και στο Πανεπιστήμιο θα είχαν ισχύ και χρησιμότητα σε όλη του τη ζωή, ότι θα αποτελούσαν μια γερή βάση (στερεό υπόβαθρο), όπου έπρεπε να προστεθούν μερικές μικρές αλλαγές για να εξακολουθήσουν να ισχύουν. Αλλά η ανάδυση της κρίσης, του ανταγωνιστικού πολέμου και των νέων τεχνολογιών, έχει αλλάξει την κατάσταση. Σήμερα οι εργοδότες εκτιμούν ότι οι γνώσεις που οφείλουν να έχουν οι εργαζόμενοι σ’ αυτούς, για να τους είναι επωφελείς, έχουν μια «διάρκεια ζωής» όλο και συντομότερη.

Την υπολογίζουν μια δεκαπενταετία. Πρόκειται βέβαια για τις γνώσεις που πρέπει να διαθέτουμε για να δουλεύουμε στα εργοστάσιά τους και να αυξάνουμε τα κέρδη τους. Όχι βέβαια για τις γνώσεις που εμείς χρειαζόμαστε, για τη ζωή μας. Θέλουν λοιπόν να περάσουμε τη ζωή μας για να μαθαίνουμε ό,τι είναι ωφέλιμο γι’ αυτούς, ό,τι θα μας κάνει «καλούς» εργαζόμενους στα εργοστάσιά τους. Γενικά, αν πρέπει να πληρώσουμε και για τη συνεχή κατάρτισή μας, θα τους πλουτίσουμε ακόμη περισσότερο.

Διδακτικό πρόγραμμα μέσω πληροφορικής. Λογισμικό πρόγραμμα πληροφορικής, ειδικά σχεδιασμένο για τη διδασκαλία με υπολογιστή. Τα προγράμματά του είναι «διδακτικά», εξ ου και η ονομασία “didacticiel”. Αν και είναι δυνατόν να κατασκευαστεί από ένα μικρό αριθμό εκπαιδευτικών και ειδικών της πληροφορικής, μπορούν να το χρησιμοποιήσουν εκατομμύρια άνθρωποι και να αποφέρει και πολλά κέρδη. Τα didacticiel δεν παρουσιάζουν μόνο την ύλη, αλλά θέτουν και ερωτήσεις σ’ αυτούς που τα χρησιμοποιούν και μπορούν να ελέγξουν τις γνώσεις που έχουν αποκτηθεί, την απόδοσή τους και τη χρήση τους. Μερικά απ’ αυτά απονέμουν θετικές ή αρνητικές μονάδες. Τα πιο πρόσφατα didacticiel θα «πιστώνουν» την «κάρτα δεξιοτήτων», χάρη στην οποία υπολογίζει η εργοδοσία να απαλλαγεί από τα διπλώματα.

Διείσδυση της αγοράς.Διείσδυση της αγοράς σημαίνει γενικά την κατάκτηση μιας αγοράς, που κατέχουν ένας ή περισσότεροι ανταγωνιστές συχνά σε μια ξένη χώρα, όπου αυτοί οι ανταγωνιστές έχουν εγκατασταθεί. Αλλά αυτό μπορεί να σημαίνει επίσης την υφαρπαγή από μια ιδιωτική επιχείρηση της πελατείας που εξυπηρετείται από μια δημόσια υπηρεσία.

Δουλειά με το κομμάτι. Πληρώνεται κανείς με το «κομμάτι», δηλαδή για κάθε μονάδα (κομμάτι) που παράγει. Αυτό το σύστημα πληρωμής ήταν διαδεδομένο το Μεσαίωνα και το 19Ο αιώνα. Αλλά καθώς η αμοιβή για κάθε «κομμάτι» ήταν πολύ μικρή, οι εργαζόμενοι σκοτώνονταν στη δουλειά. Οι εργάτες αγωνίστηκαν με επιτυχία, για να πληρώνονται με την ώρα, την ημέρα, την εβδομάδα ή το μήνα. Σήμερα, οι εργοδότες επιβάλλουν εκ νέου αυτή τη μορφή εργασίας. Κυρίως για τους εργαζόμενους «κατ’ οίκον» με τηλε-εργασία, οι οποίοι, καθώς είναι απομονωμένοι δεν έχουν συνδικάτα να τους υπερασπίσουν.

Εθνικό προϊόν. Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) είναι ο πλούτος που παράγει μια χώρα σ’ ένα χρόνο. Αυτός ο «πλούτος», όταν εκφράζεται στο εθνικό νόμισμα, παίρνει υπόψη του την προστιθέμενη αξία των μη εμπορικών υπηρεσιών, όπως η εκπαίδευση, εθνική άμυνα, η αστυνομία, η δικαιοσύνη κ.ά. Το ακαθάριστο εθνικό προϊόν είναι το ΑΕΠ, στο οποίο αθροίζονται εισοδήματα που επαναπατρίζονται από τα κεφάλαια και τους εργαζόμενους στο εξωτερικό και αφαιρούνται τα εισοδήματα των ξένων κεφαλαίων και των εργαζομένων που έχουν εγκατασταθεί στη χώρα.

Ελαστικότητα. Στις περισσότερες βιομηχανικές χώρες, οι αγώνες των εργατών έχουν επιβάλει την εβδομάδα των σαράντα ωρών και το οχτάωρο. Στα πλαίσια του ανταγωνιστικού πολέμου, που διεξάγεται εδώ και τριάντα χρόνια, οι εργοδότες έχουν μειώσει τα αποθέματά όσων προϊόντων έχουν κατασκευαστεί στις επιχειρήσεις τους στο αυστηρά ελάχιστο όριο. Αποτέλεσμα: Όταν υπάρχουν πολλοί πελάτες πρέπει να παράγουμε πολλά και πολύ γρήγορα (ν’ αυξήσουμε την ποσότητα και να μειώσουμε το χρόνο παραγωγής ώστε ο αγοραστής να μην απευθυνθεί στον ανταγωνιστή) και όταν δεν υπάρχουν πελάτες να μειωθεί η παραγωγή. Γι’ αυτούς τους λόγους οι εργάτες και οι υπάλληλοι υποχρεώνονται άλλοτε να εργάζονται πολύ, άλλοτε λίγο ή πολύ λίγο και καμιά φορά καθόλου. Και όλες οι κυβερνήσεις των βιομηχανικών χωρών έχουν παραβιάσει τους νόμους που επέβαλαν την εβδομάδα των σαράντα ωρών εργασίας. Αλλά ελαστικότητα δε σημαίνει μόνο να δουλεύεις όταν το απαιτεί ο εργοδότης. Πρέπει να δουλεύεις όπου και όπως το επιβάλλει ο εργοδότης. Σε απόσταση εκατοντάδων χιλιομέτρων από το μόνιμο τόπο διαμονής του, π.χ., ή τη νύχτα.

Εμπειρογνώμονες. Υποστηρίζουν και κατορθώνουν να πείσουν ότι κατέχουν τη γνώση και τη σοφία που οι άλλοι δεν έχουν. Αυτό είναι και αληθινό και ψεύτικο. Τόσο περισσότερο ψεύτικο, όσο αυτοί που φοιτούν στο Πανεπιστήμιο έχουν υποστεί περισσότερο χρόνο από τους άλλους, την ιδεολογική επιρροή της άρχουσας τάξης. Πολλές φορές προέρχονται από αυτήν την τάξη. Αλλά και διδάσκονται την κυρίαρχη ιδεολογία και μέσα στα Πανεπιστήμια, όπου τους επαναλαμβάνουν συνεχώς ότι η οικονομία της αγοράς είναι η καλύτερη, η μόνη δυνατή, και έξω από αυτήν δεν υπάρχει παρά μόνο γραφειοκρατία και κατάπνιξη όλων των «ελευθεριών». Όσοι καταλήγουν να ενστερνισθούν αυτές τις αντιλήψεις, όταν αποφοιτούν από το Πανεπιστήμιο, υποστηρίζουν με νύχια και με δόντια αυτό το σύστημα. Αυτοί χαρακτηρίζονται «εξπέρ», «εμπειρογνώμονες». Σ’ αυτούς απευθύνονται τα μέσα μαζικής επικοινωνίας για να διατυπώσουν την άποψή τους για ένα γεγονός. Είναι λοιπόν οι «έγκυρες» απόψεις. Αυτές οι απόψεις δεν είναι έγκυρες παρά μόνο για τους πλούσιους. Οι διαφορετικές γνώμες είναι ουσιαστικά απαγορευμένες.

Ένδοξη τριακονταετία.Συχνά χαρακτηρίζουν έτσι τα τριάντα χρόνια που ακολούθησαν το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Παρ’ όλο που σημαδεύτηκε από τρομακτικούς αποικιακούς πολέμους (Βιετνάμ, Αλγερία, Αγκόλα, Μοζαμβίκη), κατά την περίοδο αυτή οι εκβιομηχανισμένες χώρες παρουσίασαν κάποια οικονομική άνθιση. Γενίκευση των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ανοικοδόμηση, αύξηση των ημερομισθίων, επέκταση των πληρωμένων διακοπών, κρατικοποίηση των μεγάλων βιομηχανιών, παραγωγή τεράστιων εξοπλιστικών αποθεμάτων και γενίκευση των καταναλωτικών αγαθών. Μίλησαν για «οικονομική έκρηξη», για «χρυσή δεκαετία του εξήντα», για «κοινωνία της κατανάλωσης» («καταναλωτική κοινωνία»), «εποχή των ανέσεων», «εκδημοκρατισμό της εκπαίδευσης» και πίστεψαν, επειδή η τάξη των πλουσίων το διαβεβαίωνε, ότι ο καπιταλιστικός κόσμος είχε εισέλθει σε μια εποχή ευτυχίας, σταθερότητας και αρμονίας χωρίς όρια. Όλα αυτά αποδείχτηκαν πέρα για πέρα ψέματα. Σήμερα το σύστημα αυτό αντιμετωπίζει τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια μια τέτοια κρίση, που ποτέ έως τώρα δεν έχουμε γνωρίσει.

Εργοδότες.Χαρακτηρίζονται έτσι οι Ιδιοκτήτες των εργοστασίων, των τραπεζών, μεγαλογραφείων, γενικότερα μεγάλων μέσων παραγωγής, όπου άλλα άτομα εργάζονται γι’ αυτούς και τους αποφέρουν κέρδη για να γίνουν ακόμη πλουσιότεροι. Αυτοί οι ιδιοκτήτες είναι λοιπόν οι καπιταλιστές. Οι διευθυντές των εργοστασίων, των τραπεζών και των γραφείων τους είναι συνήθως οι καλοπληρωμένοι μισθοφόροι τους.

Ευρωπαϊκά προγράμματα. Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών κοινοτήτων (Βλ.Κομισιόν) χρηματοδοτεί πολυάριθμα «προγράμματα» από το δημόσιο χρήμα που αποτελεί τον προϋπολογισμό της. Αυτά τα«προγράμματα», συνήθως βοηθούν ή ενθαρρύνουν έρευνες σε ορισμένους βιομηχανικούς κλάδους, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον ξένο ανταγωνισμό. Υπάρχουν επίσης «προγράμματα για την εκπαίδευση». Το πρόγραμμα ΕΡΑΣΜΟΣ π.χ. που βοηθά οικονομικά φοιτητές που θα ήθελαν να πραγματοποιήσουν ένα μέρος των σπουδών τους στο εξωτερικό. Υπάρχουν επίσης «προγράμματα»«αγώνα εναντίον της φτώχειας» ή «ισότητας ευκαιριών ανδρών και γυναικών». Όσο περισσότερο ένα πρόγραμμα ενδιαφέρει τη βιομηχανία τόσο περισσότερο χρήμα δέχεται. Σε μερικά από αυτά έχουν χορηγηθεί αρκετές δεκάδες δισεκατομμύρια φράγκα. Αλλά το πρώτο πρόγραμμα αγώνα εναντίον της φτώχιας, που θα βοηθούσε 53 εκατομμύρια ευρωπαίους φτωχούς της εποχής (δεκαετία 80) δεν προικοδοτήθηκε παρά μόνον 8,3 εκατομμύρια φράγκα (50 εκατομμύρια F.B.). Μια πραγματική μασκαράτα.

Ιδιωτικές πόλεις.Ο πλουτισμός των πλουσίων και το παραπέρα φτώχεμα των φτωχών δημιουργούν εντάσεις. Οι πόλεις, όπου πλούσιοι και φτωχοί ζουν μαζί δεν είναι πια ασφαλείς για τους πλουσίους. Φοβούνται ότι οι φτωχοί θα τα βάλουν με την ιδιοκτησία τους ή με τους ίδιους. Τότε οικοδομούν τις δικές τους πόλεις, τις ιδιωτικές, όπου μόνον αυτοί μπορούν να εγκατασταθούν. Ιδιωτικές πόλεις υπάρχουν στα προάστια του Λος Άντζελες στις ΗΠΑ, στο Γιοχάνεσμπουργκ στη Ν. Αφρική, στο Ρίο ντε Τζανέιρο, στη Βραζιλία και στο Λάγος, στη Νιγηρία. Αυτές τις πόλεις τις περιβάλλουν αγκαθωτά συρματοπλέγματα και τις φρουρούν ιδιωτικές αστυνομίες. Δεν μπορούν να εισχωρήσουν σ’ αυτές παρά κάτοικοι εφοδιασμένοι με ειδικό δελτίο ταυτότητας και επισκέπτες που είναι εφοδιασμένοι με ειδική πρόσκληση.

Ιδιωτικοποίηση.Πώληση μιας δημόσιας επιχείρησης (που ανήκει στο κράτος) σ’ έναν ή περισσότερους ιδιώτες. Οι δημόσιες επιχειρήσεις και υπηρεσίες παρήγαγαν, έως το μέσο της δεκαετίας του ‘80, το σύνολο σχεδόν του δημόσιου πλούτου των σοσιαλιστικών χωρών της Ευρώπης, συχνά το ήμισυ σε μερικές χώρες του τρίτου κόσμου και το ¼ περίπου στην Ιταλία ή το 1/5 στη Γαλλία. Το χρήμα που συγκεντρώνεται από αυτές τις πωλήσεις επέτρεψε στα κράτη να βοηθούν τον ιδιωτικό, στην πραγματικότητα, τομέα και να του προσφέρουν από την άλλη συχνά επιχειρήσεις πολύ κερδοφόρες, όπως οι εταιρείες τηλεφώνων. Μια δημόσια επιχείρηση (εκπαίδευση, σιδηρόδρομος, διανομή – παροχή ενέργειας ή νερού) δεν μπορεί να χρεοκοπήσει, εφ’ όσον προστατεύεται από το κράτος. Μια δημόσια υπηρεσία οφείλει συχνά να εκπληρώνει και αποστολές «κοινωνικές» που δεν έχουν σκοπό να αποφέρουν κέρδος (Βλέπε Δημόσιες υπηρεσίες).

Καπιταλισμός.Βλέπε Οικονομία της αγοράς.

Κομισιόν (Επιτροπή των Ευρωπαϊκών κοινοτήτων ή Ευρωπαϊκή επιτροπή).Η Επιτροπή των Ε.Κ. δημιουργήθηκε το 1957 με την Συνθήκη της Ρώμης. Ανέλαβε την εποπτεία της εφαρμογής των άλλων συνθηκών: Τη συνθήκη που ίδρυε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα, τη συνθήκη που ίδρυε την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) και τη συνθήκη τη σχετική με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας (ΕΥΡΑΤΟΜ) και άλλες συνθήκες με λιγότερο ενδιαφέρον. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘60, περιόριζε το ρόλο της στους σκοπούς για τους οποίους ιδρύθηκε. Έλεγαν γι’ αυτή ότι ήταν ο φύλακας των συνθηκών.Σήμερα έχει τελικά εξελιχθεί, πέρα κι από όσα αναφέρονται στις συνθήκες, σε όργανο ουσιαστικό και σύμμαχος άνευ όρων της Ευρωπαϊκής εργοδοσίας.

Μετακίνηση. Μετατόπιση μιας επιχείρησης ή μιας παραγωγής, ολοκληρωτικά ή εν μέρει, για την εγκατάστασή της σε μια χώρα όπου τα ημερομίσθια θα είναι χαμηλά, οι φόροι επί της κερδοφορίας των επιχειρήσεων μειωμένοι, τα συνδικάτα αδύνατα, ανύπαρκτα ή απαγορευμένα. Στον τομέα των υπηρεσιών, οι εργοδότες τις μετακινούν, καταφεύγοντας στην υπεργολαβία δια μέσου των τηλεπικοινωνιών. Εκδότες αναθέτουν τη δακτυλογράφηση και τη σελιδοποίηση βιβλίων σε χώρες όπου τα ημερομίσθια είναι δέκα φορές μικρότερα, αεροπορικές εταιρίες καταγράφουν τις κρατήσεις των επιβατών στις Ινδίες κ.ά.

Μισθολογική κλίμακα. Ύψος των ημερομισθίων που έχει συμφωνηθεί ανάμεσα στην εργοδοσία και στους μισθωτούς (εργαζόμενους) (γενικά μέσα από διαπραγματεύσεις εργοδοσίας – συνδικάτων με ή χωρίς την επέμβαση της κυβέρνησης). Τα ποσά αυτά καθορίζονται ανάλογα με τα επαγγελματικά τους προσόντα τα διπλώματά τους, την αρχαιότητα και το βιομηχανικό τομέα όπου εργάζονται (σιδηρουργία, μεταλλικές κατασκευές, αγρο – διατροφή, οικοδομή κ.ά.). Εάν τα διπλώματα παραμεριστούν, οι εργοδότες δεν θα είναι υποχρεωμένοι να σέβονται την κλίμακα που έχει οριστεί με βάση τις αναγνωρισμένες ειδικότητες των εργαζομένων.

Οικονομία κλίμακας. Για έναν εργοδότη, η μεγαλύτερη δυνατή παραγωγή, με τα λιγότερα έξοδα, για, τη μεγαλύτερη δυνατή αγορά. Δηλαδή να κατασκευάζει όσο το δυνατό περισσότερα προϊόντα, με τις ίδιες μηχανές, με τον ελάχιστο αριθμό εργαζομένων, για το μέγιστο αριθμό πελατών που είναι δυνατόν.

Οικονομία της αγοράς ( ή καπιταλιστική οικονομία). Οικονομικό σύστημα, όπου, ό,τι παράγεται πρέπει να πουληθεί προκειμένου να αποδώσει για τους εργοστασιάρχες, τις τράπεζες και στους άλλους ιδιοκτήτες μέσων παραγωγής. Εάν δεν υπάρχουν αρκετοί αγοραστές για τα παραχθέντα προϊόντα, το σύστημα εισέρχεται σε κρίση. Σήμερα τα εργοστάσια μπορούν να παράγουν ποσότητες που ποτέ η ανθρωπότητα δε γνώρισε. Αλλά το μισό του πληθυσμού δεν έχει ή δεν έχει αρκετά χρήματα για να αγοράσει. Τα εργοστάσια πρέπει να απολύσουν τους εργαζόμενους, να κλείσουν ή να διεξαγάγουν ανταγωνιστικό πόλεμο στα εργοστάσια που κατασκευάζουν τα ίδια προϊόντα και να τους αρπάξουν την πελατεία τους. Αυτό το σύστημα ονομάζεται καπιταλιστικό. Στην έναρξη της καπιταλιστικής περιόδου, δηλαδή στην αρχή του δεκάτου ενάτου αιώνα, ορισμένοι θεωρητικοί, έχοντας συνείδηση ότι αυτό το σύστημα μπορούσε να προκαλέσει μεγάλη δυστυχία, διαβεβαίωναν ότι «ένα αόρατο χέρι», το χέρι του Θεού, θα φρόντιζε να γίνει επαναδιανομή του πλούτου έτσι ώστε όλος ο κόσμος να μπορεί να αγοράζει ό,τι έχει ανάγκη. Από τότε ο αριθμός των φτωχών δε σταμάτησε να μεγαλώνει, οι πλούσιοι συνεχώς γίνονται πλουσιότεροι και οι ανταγωνιστικοί πόλεμοι έχουν προκαλέσει δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς, αποδεικνύοντας ότι τέτοιες σκέψεις είναι αδύνατες στον καπιταλισμό. Στους πλούσιους αρέσει να ονομάζουν την οικονομία της αγοράς «φιλελεύθερη οικονομία» για να προκαλέσουν σύγχυση με την έννοια της ελευθερίας. Αυτή η ελευθερία δεν είναι παρά η ελευθερία τους να γίνουν πλουσιότεροι, μεταβάλλοντας τους άλλους σε σκλάβους τους.

Παγκόσμια αγορά.Από τότε που οι επιχειρήσεις ανταγωνίζονται μεταξύ τους σ’ όλο τον κόσμο, προκειμένου να οικειοποιηθούν ο ένας τις αγορές του άλλου, οι πλούσιοι χρησιμοποιούν τον όρο παγκόσμια αγορά. Βλέπε Φιλευθεροποίηση.

Παγκοσμιοποίηση.Γίνεται αναφορά στον όρο «παγκοσμιοποίηση της οικονομίας», από τότε που οι μεγάλες επιχειρήσεις, για να μπορέσουν να ξεπεράσουν την κρίση που άρχισε το 1973, έχουν ξεκινήσει έναν ανταγωνιστικό πόλεμο σ’ όλη την επιφάνεια της γης. Όχι μόνον επιδιώκουν να πάρουν την πελατεία των ανταγωνιστών τους σ’ όλες τις χώρες που αυτό είναι δυνατόν, αλλά μεταφέρουν όλο και περισσότερο τμήματα ολόκληρα (τομείς ολόκληρους) των εργοστασίων τους σε χώρες όπου τα ημερομίσθια είναι πολύ κατώτερα από τις χώρες προέλευσης (βλέπε Μετακίνηση). Στην ουσία, η «παγκοσμιοποίηση» υπήρχε πριν από το 1973. Η πρώτη μεγάλη «παγκοσμιοποίηση» ήταν η πλατιά αποικιακή κίνηση του τέλους του 19ου αιώνα. Τα πλούσια κράτη διεκδίκησαν τότε αποικίες σ’ όλη τη γη.

Παραγωγικότητα. Ας φαντασθούμε μια επιχείρηση που έχει χίλιους υπαλλήλους. Εάν, για να περιορίσει τα έξοδα από τα ημερομίσθια και έτσι να αυξήσει τα κέρδη της, ο εργοδότης απολύσει τους μισούς και αποφασίσει να διατηρήσει την ίδια παραγωγή, οι υπάλληλοι που μένουν πρέπει να δουλεύουν δύο φορές παραπάνω. Συχνά οι εργοδότες διατηρούν ή αυξάνουν την παραγωγικότητα της επιχείρησής τους αγοράζοντας μηχανές ή ρομπότ που διευκολύνουν την παραγωγή. Στον ανταγωνιστικό πόλεμο, σχεδόν όλοι οι ιδιοκτήτες προσπαθούν να μειώσουν το προσωπικό τους και ν’ αυξήσουν την παραγωγικότητα αυτών που παραμένουν. Εδώ και είκοσι χρόνια, μερικές επιχειρήσεις έχουν τετραπλασιάσει ή και πενταπλασιάσει την παραγωγή τους.

Πειθαρχία της αγοράς. Η αγορά στην οικονομία της αγοράς ή στην καπιταλιστική είναι αναρχική. Άλλοτε διατρέχει κρίση ή εκτινάσσεται, βρίσκεται σε ύφεση ή σε έξαρση, συμπιέζεται ή υπερθερμαίνεται. Για να μετριάσει αυτούς τους ανεξέλεγκτους (και πολλές φορές απρόβλεπτους) κλυδωνισμούς οι οικονομολόγοι, που είναι οπαδοί αυτής της μεθόδου, προσπαθούν να την τιθασεύσουν εκδίδοντας κανονισμούς ή νόμους. Αυτό μοιάζει με τα ροντέο, όπου οι καουμπόυ προσπαθούν να τιθασεύσουν τα άλογα που είναι γυμνασμένα για να τους ρίξουν κάτω. Ο καουμπόυ είναι ο οικονομολόγος, το άλογο είναι η αγορά. Εάν ο καουμπόυ κατορθώσει να σταθεί μερικά εκατοστά του δευτερολέπτου περισσότερο από τους άλλους, κερδίζει ένα βραβείο. Όταν ο οικονομολόγος καυχιέται ότι κατόρθωσε να πειθαρχήσει την αγορά (τιθασεύσει) κατακτά ένα βραβείο Νόμπελ.

Πληροφορία. ( Κοινωνία της πληροφορίας, δίκτυα της πληροφορίας, λεωφόροι της πληροφορίας.)Για μας, πληροφορία είναι, γενικά ό,τι διαβάζουμε στις εφημερίδες, ακούμε στο ραδιόφωνο ή παρακολουθούμε στην τηλεόραση. Για τους εργοδότες, πρόκειται αποκλειστικά για τις «πληροφορίες» που τους ενδιαφέρουν προκειμένου να κερδίσουν περισσότερα χρήματα. Π.χ. οι δείκτες τιμές των χρηματιστηρίων, η τιμή του συναλλάγματος, η τιμή του πετρελαίου, η κατάσταση των ανταγωνιστών τους κ.ά. Από τη δεκαετία του 1980 και μετά τη γιγαντιαία πρόοδο που έχουν επιτελέσει η τεχνολογία στην πληροφορική και στις τηλεπικοινωνίες, έχουν τη δυνατότητα να κερδοσκοπούν 24 ώρες το εικοσιτετράωρο σ’ όλο τον κόσμο και να συσσωρεύουν περιουσίες χωρίς να μετακινούνται από τις πολυθρόνες τους. Όταν ομιλούν για κοινωνία της πληροφορίας, εννοούν αυτού του είδους τις πληροφορίες. Αλλά κατορθώνουν καμιά φορά να μας πείσουν ότι πρόκειται για την πληροφορία που μας χρησιμεύει για τη συμμετοχή μας στη δημοκρατία. Π.χ. δεν θεωρούν το Internet ως μέσο μετάδοσης πληροφοριών που θα μπορούσαν να μας χρησιμεύσουν, αλλά ως ένα νέο μέσον ασκήσεως του εμπορίου και ανταγωνισμού (τηλε-αγορά, τηλε-πωλήσεις), ένα επί πλέον μέσο εκμετάλλευσης των εργαζομένων (τηλε-εργασία) και ένα θαυμάσιο τρόπο να μας επιβάλουν τις ιδέες τους, ενώ παράλληλα θα πραγματοποιούν τεράστια κέρδη (τηλε-διδασκαλία).

Συγγραφικά δικαιώματα.Τα συγγραφικά ή πνευματικά δικαιώματα εξασφαλίζουν τη ζωή σ’ έναν καλλιτέχνη, συγγραφέα, κινηματογραφιστή ή εφευρέτη. Ο εκδότης ενός βιβλίου, π.χ., οφείλει να καταβάλει ένα μέρος του χρήματος που του αποδίδει η πώληση ενός βιβλίου στο συγγραφέα που το έχει γράψει. Συμβαίνει ολοένα και συχνότερα οι «δημιουργοί» ενός πνευματικού προϊόντος, όπως π.χ. ένα λογισμικό, να είναι υπάλληλοι μιας επιχείρησης. Στην περίπτωση αυτή η επιχείρηση είναι κάτοχος των πνευματικών δικαιωμάτων και αυτή εισπράττει τα δικαιώματα (και το χρήμα) που προέρχεται από την πώληση του λογισμικού. Αυτά τα δικαιώματα μπορεί να είναι πολύ υψηλά και να ανέρχονται σε δισεκατομμύρια φράγκα.

Τεχνολογίες της πληροφόρησης.Σύγχρονες τεχνολογίες μετάδοσης της πληροφορίας. Η γεννήτρια που επιτρέπει την παραγωγή ρεύματος, αργότερα το τηλέφωνο και το ραδιόφωνο είναι οι προάγγελοι των σύγχρονων τεχνολογιών. Το τρανζίστορ που επιτρέπει την σμίκρυνση των ραδιοφώνων και οι υπολογιστές έχουν επιτρέψει το γιγάντιο άλμα στην ανάπτυξη των τεχνολογιών.

Τηλε-διδασκαλία. Διδασκαλία από απόσταση. Μοντέρνα έκδοση των «μαθημάτων δι’ αλληλογραφίας». Αυτά συνίστανται στη μελέτη της θεωρίας ή της πρακτικής, έρχονται ταχυδρομικώς σε μορφή εντύπου και στέλνουν σ΄ έναν καθηγητή, με τον ίδιο τρόπο, τις ασκήσεις για διόρθωση. Αυτή η μέθοδος αργεί πολύ και απαιτείται ένας μεγάλος αριθμός καθηγητών για ν’ απαντήσει στους φοιτητές. Αλλά γενικά είναι δωρεάν. Η ανάπτυξη της πληροφορίας και δικτύων, όπως το Internet επιτρέπουν να προχωρά κανείς πολύ πιο γρήγορα και την αντικατάσταση του καθηγητή από ένα λογισμικό. (Βλέπε Διδακτικό Πρόγραμμα μέσω πληροφορικής). Δεν είναι δωρεάν και η χρήση των λογισμικών και τηλεφωνικών γραμμών καθώς και η αγορά υλικού (υπολογιστές, modems και λογισμικά επικοινωνίας) είναι πολύ ακριβά έξοδα. Έχοντας υπόψη το μεγάλο αριθμό των πιθανών «πελατών» (σπουδαστές), ο ιδιωτικός τομέας που πουλάει αυτήν τη διδασκαλία αποβλέπει σε σημαντικά κέρδη.

Τηλε-εργασία (εργασία από απόσταση ή από το σπίτι). Η ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών και η πληροφορική δίνει αυτή τη δυνατότητα, όπως και την τηλε–διδασκαλία. Πολλές εργασίες μπορούν να πραγματοποιηθούν «από απόσταση». Γραμματεία, λογιστικά, δακτυλογράφηση, επιδιόρθωση συστημάτων πληροφορικής, κράτηση θέσεων επιβατών ή τουριστών. Πλεονεκτήματα για τον εργοδότη: Δεν οφείλει πλέον να πληρώσει το ενοίκιο, τη θέρμανση και τον ηλεκτρισμό των υπαλλήλων της επιχείρησης. Μπορεί να κατευθυνθεί σε «ανεξάρτητους» που ανταγωνίζονται για το μόνο πράγμα που έχουν να πουλήσουν: την εργατική τους δύναμη. Τα ημερομίσθια είναι λοιπόν πολύ χαμηλά. Μπορούν ακόμη ν’ απευθυνθούν στους εργαζόμενους μιας χώρας, όπου τα ημερομίσθια είναι ακόμη πιο χαμηλά. Αυτοί οι εργαζόμενοι δεν έχουν πια τη δυνατότητα να συναντιούνται, να συνασπίζονται να συνδικαλίζονται. Εργάζονται σπίτι τους «κατ’ οίκον» απομονωμένοι και πληρώνοντας οι ίδιοι το νοίκι τους, τη θέρμανσή τους και το ηλεκτρικό τους. Ο εργοδότης μπορεί να τους επιβάλει να δουλεύουν με το «κομμάτι» (τον αριθμό των δακτυλογραφημένων σελίδων π.χ.) και να αυξάνει αδιάκοπα τον αριθμό των «κομματιών» που πρέπει να τελειώσουν. Η εργασία στο σπίτι και με το κομμάτι έγιναν αφορμή για τις μεγαλύτερες καταχρήσεις και προκάλεσαν τις πρώτες απεργίες και τις εργατικές εξεγέρσεις στο Μεσαίωνα.

Υπεργολαβία.Συμβαίνει όταν ένας εργολάβος δουλεύει για έναν άλλο. Π.χ. ένας κατασκευαστής υαλοπινάκων κατασκευάζει παρμπρίζ για τα αυτοκίνητα ενός παραγωγού αυτοκινήτων. Είναι υπεργολάβος του παραγωγού αυτοκινήτων. Όλο και πιο συχνά, οι μεγαλοβιομήχανοι αναθέτουν ένα μέρος της παραγωγής τους σε υπεργολάβους σε χώρες με χαμηλά ημερομίσθια ή ακόμα και εργαζομένους «κατ’ οίκον». Το πλεονέκτημα γι’ αυτούς, είναι ότι τους κοστίζουν πιο φτηνά, συχνά πολύ πιο φτηνά και έχουν λιγότερους εργαζόμενους που εργάζονται γι’ αυτούς στα εργοστάσιά τους, και μ’ αυτό τον τρόπο μικρότερη συνδικαλιστική αντιπροσώπευση.

Φιλελευθεροποίηση.Κατάργηση της εθνικής νομοθεσίας, των συμβάσεων και των συμφωνιών που περιορίζουν την «ελευθερία» κινήσεων των μεγάλων εργοδοτών. Π.χ., η φιλελευθεροποίηση της αγοράς των τηλεπικοινωνιών συνέβαλε στην κατάργηση όλων των εθνικών νόμων που επέτρεπαν σ’ ένα κράτος να διαχειρίζεται, το ίδιο, τη δική του τηλεφωνική εταιρεία. Έτσι από το Γενάρη του 1998, κανένα κράτος, της Ε.Ε. δεν μπορεί να απαγορεύσει σε μια ξένη τηλεφωνική εταιρεία να εγκατασταθεί στα εδάφη του (στο χώρο του). Η φιλελευθεροποίηση έγκειται επίσης στην κατάργηση των τελωνειακών δασμών, με τους οποίους μια χώρα προστατεύει την εσωτερική της αγορά από τα ξένα προϊόντα (και μ’ αυτόν τον τρόπο προστατεύει τη βιομηχανία και την ανάπτυξή της). Οι σύγχρονες πλούσιες βιομηχανικές χώρες που απαιτούν τη φιλελευθεροποίηση όλης της γης, για να αυξήσουν τα κέρδη των βιομηχάνων τους, είχαν τους πιο προστατευτικούς νόμους των τελωνειακών δασμών την εποχή της ανάπτυξης της βιομηχανίας τους (ΧΙΧο αιώνα και πρώτο μισό του ΧΧού). Ό, τι ήταν ωφέλιμο χθες για τους βιομηχάνους έχει γίνει σήμερα βλαβερό για τους ίδιους. Θέλουν να είναι τελείως ελεύθεροι να πωλούν και να κάνουν ό,τι θέλουν στις φτωχές ή αναπτυσσόμενες χώρες. Είναι μια νέα μορφή αποικιοκρατίας.

                          
  Π.Ε.Ι. Λεωφορείου              Π.Ε.Ι. Φορτηγού                                    Kαταστατικό                          ΚΟΚ     Συνδικάτου ΟΑΣΑ
      
        Συνοπτικός
   Εργασιακός Οδηγός