Πριν από δέκα μέρες, η κυβέρνηση κάλεσε τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας μαζί με τον ΓΓ του ΟΟΣΑ Ανχελ Γκουρία ανακοίνωσαν τη σύσταση μιας μόνιμης επιτροπής συνεργασίας, με τον πρωθυπουργό να δηλώνει ότι «η Ελλάδα πρέπει να τολμήσει τις μεταρρυθμίσεις που δεν τόλμησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις».
Τι σηματοδοτεί, άραγε, αυτή η κίνηση για τα συμφέροντα του λαού; Μια ματιά στις προτάσεις και τις εκθέσεις του ΟΟΣΑ τα τελευταία 20 χρόνια για το χώρο της Παιδείας στη χώρας μας είναι αποκαλυπτική, γι’ αυτό αξίζει να τις θυμηθούμε.
Το 1995 – ’96 ο τότε υπουργός Παιδείας Γ. Παπανδρέου είχε καλέσει τον ΟΟΣΑ να αξιολογήσει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Πάνω σε εκείνη την αξιολόγηση – έκθεση στηρίχθηκαν μια σειρά αναδιαρθρώσεις που προωθήθηκαν τα αμέσως επόμενα χρόνια. Κι όταν λέμε αναδιαρθρώσεις (για να εξηγούμαστε) είναι το ίδιο με αυτό που λέει η σημερινή κυβέρνηση για αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Ας δούμε μερικές από τις προτάσεις εκείνης της έκθεσης του ΟΟΣΑ.
Δεξιότητες, αποκέντρωση, συγχωνεύσεις κ.ά.
Ο ΟΟΣΑ παρήγγειλε και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τότε εφάρμοσε την κατάργηση της επετηρίδας για το διορισμό των εκπαιδευτικών στα σχολεία. Μέχρι τότε όλοι οι απόφοιτοι των παιδαγωγικών και των λεγόμενων καθηγητικών σχολών με το που έπαιρναν το πτυχίο τους αποκτούσαν δικαίωμα (κατοχυρωμένο δικαίωμα κι όχι απλώς μια πιθανότητα) διορισμού. Το σύστημα της επετηρίδας, παρά τα όποια προβλήματα είχε, πατούσε στη λογική της άμεσης σύνδεσης πτυχίου επαγγέλματος, στη λογική ότι το πτυχίο από μόνο του είναι ικανό προσόν για δουλειά (άρα είναι ισχυρό και δε χρειάζεται ένα κάρο επιπλέον πιστοποιήσεις) καθώς και στη λογική ότι όλοι οι απόφοιτοι απορροφούνται και εργάζονται στα σχολεία. Αυτά όλα έπαψαν για τον κλάδο των εκπαιδευτικών με την κατάργηση της επετηρίδας.
Στην ίδια έκθεση, ο ΟΟΣΑ πρότεινε την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, ενώ έκανε λόγο και για «μακροπρόθεσμη προσπάθεια για την αλλαγή του Συντάγματος, όπου αυτό εμποδίζει τις απαιτούμενες αλλαγές». Κάτι που έφτασε στο τσακ να εφαρμοστεί από την κυβέρνηση της ΝΔ πριν από λίγα χρόνια, αλλά κάτω από το βάρος των λαϊκών αντιδράσεων εξανάγκασε το ΠΑΣΟΚ – παρόλο που είχε πάρει ξεκάθαρα θέση υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων – να υπαναχωρήσει κι έτσι να μη συγκεντρωθεί τότε η απαιτούμενη πλειοψηφία για να αποφασιστεί η αναθεώρηση του άρθρου 16.
Με επιτακτικό τρόπο έβαζε τότε η έκθεση του ΟΟΣΑ το ζήτημα της «αποκέντρωσης της εκπαίδευσης», σημειώνοντας ότι πρέπει να διαμορφώνει ένα γενικό σχεδιασμό για την Παιδεία και από κει και πέρα την ευθύνη για τη λειτουργία των σχολικών μονάδων (από τα κτιριακά θέματα μέχρι τη διαμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων και τις προσλήψεις εκπαιδευτικών κ.τ.λ.) να την έχει η Τοπική Διοίκηση και τα ίδια τα σχολεία. Μάλιστα, οι εμπειρογνώμονες του Οργανισμού έλεγαν ξεκάθαρα, αναφορικά με τα σχολεία, ότι «η χρήση πόρων που προέρχονται από συλλόγους γονέων και τοπικές επιχειρήσεις, πρέπει να ενθαρρύνεται». Οι κατευθύνσεις αυτές ως ένα βαθμό έχουν μπει σε εφαρμογή από προηγούμενες κυβερνήσεις, όμως οι λαϊκές οικογένειες δεν έχουν δει τίποτα θετικό από αυτές. Αντίθετα, οι γονείς βάζουν όλο και πιο συχνά το χέρι στην τσέπη για να καλύπτουν ανάγκες των σχολείων και μετατρέπονται σε ζητιάνους χορηγιών και διαφημιστές των τοπικών επιχειρήσεων για να κάνουν μια σχολική γιορτή ή για να ανανεώσουν το σχολικό εξοπλισμό κ.τ.λ.
Σε εκείνη την έκθεση του ΟΟΣΑ μπήκε για πρώτη φορά και η κατεύθυνση για γενικευμένες συγχωνεύσεις σχολείων στην επαρχία. Τις συνέπειες όμως από τις συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολείων που σε δυο μεγάλα κύματα τις προχώρησε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ πριν από λίγα χρόνια τις ζουν σήμερα γονείς και μαθητές διανύοντας μεγάλες αποστάσεις με τα πόδια σε επικίνδυνους επαρχιακούς δρόμους, βιώνοντας αδιέξοδα για το καθημερινό πηγαινέλα των παιδιών στα σχολεία, αφού δεν είναι εξασφαλισμένο ένα δημόσιο, δωρεάν και αξιόπιστο σύστημα μεταφοράς μαθητών από και προς τα σχολεία τους.
Ως προς το περιεχόμενο της εκπαίδευσης στα σχολεία, ο ΟΟΣΑ έδωσε κατευθύνσεις για προσανατολισμό στις δεξιότητες και αξιολογήσεις των μαθητών με εξετάσεις και τεστ επάρκειας σε πανελλαδικό επίπεδο. Αυτές οι κατευθύνσεις οδήγησαν τότε στο εξεταστικό σύστημα που επιχείρησε να επιβάλει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επί υπουργίας του Γ. Αρσένη και ξεσήκωσε τις μεγαλύτερες μαθητικές κινητοποιήσεις των τελευταίων χρόνων.
Παράλληλα, στην ίδια έκθεση του ΟΟΣΑ περιλαμβάνονταν προτάσεις για την αύξηση των πόρων της ανώτατης εκπαίδευσης μέσω σταδιακής επιβολής διδάκτρων στον προπτυχιακό κύκλο σπουδών. Βέβαια, οι εμπειρογνώμονες του ΟΟΣΑ αναγνώριζαν ότι κάτι τέτοιο θα συναντούσε σθεναρή αντίσταση από την κοινωνία και πρόσθεταν στις προτάσεις τους την εμπορευματοποίηση λειτουργιών των πανεπιστημίων, όπως για παράδειγμα η έρευνα. Έλεγαν χαρακτηριστικά ότι πρέπει να εξεταστεί η «έκταση στην οποία οι αναγνωρισμένες δραστηριότητες πανεπιστημίων θα ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για να προσελκύσουν περισσότερα χρηματικά ποσά».
Αναδιαρθρώσεις στην Ανώτατη Εκπαίδευση που θα διατηρηθούν
Το θέμα των διδάκτρων στην ανώτατη εκπαίδευση επανήλθε πολύ πιο έντονα στην επόμενη στενή συνεργασία του ΟΟΣΑ με τη χώρα μας, το 2006 επί κυβερνήσεως ΝΔ οπότε έγινε εδώ (στο Λαγονήσι) η Σύνοδος των Υπουργών Παιδείας του ΟΟΣΑ. Στα συμπεράσματα της Συνόδου αναφερόταν κατά λέξη: «Αρκετές χώρες επιμένουν στην παροχή ανώτατης εκπαίδευσης χωρίς την επιβολή της οικονομικής συμμετοχής των φοιτητών, ενώ άλλες συμμερίζονται την άποψη του ΟΟΣΑ ότι αποτελεσματικός τρόπος αύξησης των πόρων είναι, μεταξύ άλλων, και η συνεισφορά των δικαιούχων στο κόστος σπουδών». Και ακόμα κι αν δε νομοθετήθηκαν τότε τα δίδακτρα στα προπτυχιακά, γενικεύτηκαν τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών τα οποία καθιερώθηκαν ως δεύτερος κύκλος σπουδών με βάση και τις επιταγές της διαδικασίας της Μπολόνια, υποβαθμίζοντας σοβαρά το πτυχίο και την αξία του. Παράλληλα, ήταν η εποχή που έμπαιναν οι βάσεις για να αρχίσουν και να καθιερωθούν οι «μπίζνες» των πανεπιστημίων με διαφόρων ειδών μεγάλες επιχειρήσεις, μονοπωλιακούς ομίλους και ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε ότι στην πρώτη του συνάντηση με τη Σύνοδο των πρυτάνεων των πανεπιστημίων, ο σημερινός υπουργός Παιδείας, Α. Μπαλτάς, ξεκαθάρισε ότι δεν είναι αντίθετος με τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά και δεν μπαίνει κανένα θέμα να εξεταστεί η κατάργησή τους. Ετσι τα μεταπτυχιακά παραμένουν ένας δεύτερος γενικευμένος κύκλος ανώτατης εκπαίδευσης γι’ αυτούς που μπορούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά στα τσουχτερά δίδακτρα.
Με το βλέμμα στραμμένο έντονα στην ανώτατη εκπαίδευση εκείνη την εποχή, στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, ο ΟΟΣΑ έδωσε έμφαση και στο θέμα της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας των συστημάτων ανώτατης εκπαίδευσης. Η ελληνική κυβέρνηση από την πλευρά της νομοθέτησε τη λεγόμενη «αξιολόγηση» των Τμημάτων των ΑΕΙ. Από τότε μέχρι τώρα, οι αξιολογήσεις έχουν ολοκληρωθεί στα περισσότερα Τμήματα, σε τίποτα όμως αυτές δε βοήθησαν στη βελτίωση προβλημάτων που υπάρχουν στις σχολές, δεν οδήγησαν σε ανακούφιση των οικογενειών που μοχθούν να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Αντίθετα, οι αξιολογήσεις σπρώχνουν τα Τμήματα να στραφούν και να συνδεθούν περισσότερο με την αγορά, να προσανατολιστούν στις «μπίζνες» και την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, αντί στην παραγωγή νέας γνώσης για την ανακούφιση και την προκοπή του λαού.
Στο όνομα της αποδοτικότητας, ένα από τα κριτήρια των συστημάτων αξιολόγησης είναι και τα ποσοστά αποφοίτησης και τα ποσοστά εγκατάλειψης των σπουδών. Ετσι, εκείνη την περίοδο πρωτοεμφανίστηκε ένα καινούργιο «πρόβλημα» (γιατί μέχρι τότε δεν αποτελούσε πραγματικό πρόβλημα και δεν απασχολούσε τα ΑΕΙ) αυτό των «αιώνιων φοιτητών» όπως τους είπαν, από τους οποίους έπρεπε να καθαριστούν τα μητρώα των ιδρυμάτων. Νομοθετήθηκε, λοιπόν, η διαγραφή τους και μπήκε ανώτατο χρονικό για την ολοκλήρωση των σπουδών σε κάθε σχολή, πέραν του οποίου οι φοιτητές χάνουν τη φοιτητική τους ιδιότητα. Αυτά διατηρήθηκαν και στο νόμο της Α. Διαμαντοπούλου αργότερα, ενώ θα διατηρηθούν και από την παρούσα κυβέρνηση. Γιατί ο σημερινός υπουργός εξήγησε ότι θα δώσει μόνο μια ευκαιρία σε κάποιους που θέλουν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και δεν έχουν προλάβει, να το κάνουν, άρα οι υπόλοιποι θα διαγραφούν και το ανώτατο χρονικό όριο για την απώλεια της φοιτητικής ιδιότητας (διαγραφής) θα διατηρηθεί.
Όσα έρχονται…
Το 2011 έχουμε άλλη μια έκθεση του ΟΟΣΑ για το εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτή επαναφέρει με έντονο τρόπο την κατεύθυνση για αυτονόμηση της κάθε σχολικής μονάδας, που θα καταρτίζει τους δικούς της προϋπολογισμούς, θα προσλαμβάνει τους εκπαιδευτικούς της κ.τ.λ. Είναι καταπέλτης για τους εκπαιδευτικούς, καθώς πρότεινε να αυξηθούν οι ώρες διδασκαλίας τους (κάτι που έγινε από την προηγούμενη κυβέρνηση), αλλά και να συνδεθεί η εξέλιξή τους με την αξιολόγησή τους (κάτι που ξεκίνησε από την προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά η τωρινή λέει ότι θα αναμορφώσει τα κριτήρια αξιολόγησης).
Στην ανώτατη εκπαίδευση, για άλλη μια φορά, επαναφέρει θέμα επιβολής διδάκτρων, αλλά και την εντονότερη σύνδεση των ιδρυμάτων (ιδιαίτερα των ΤΕΙ) με την αγορά.
Με αυτά τα δεδομένα, γίνεται κατανοητό ότι οι αναδιαρθρώσεις που τάχα δεν τόλμησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις και θα τις τολμήσει η παρούσα κυβέρνηση, όπως είπε ο πρωθυπουργός, είναι «φωτιά και τσεκούρι» για το λαό, για τους εργαζόμενους και ειδικά για τη νεολαία. Καμιά ανακούφιση και καμιά βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης δεν έχουμε να περιμένουμε από ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς συνεργασίας και καπιταλιστικής ανάπτυξης.