Αντιπαραβολή του πλαισίου αιτημάτων που υπηρετεί τη μικρομεσαία αγροτιά και εκείνου που απαντάει στα συμφέροντα των μεγαλοαγροτών
Πριν ακόμα ξεκινήσουν οι αγροτικές κινητοποιήσεις, είχαν εκφραστεί και εκδηλωθεί οι «δύο γραμμές» που υπάρχουν και δρουν επί χρόνια στο αγροτικό κίνημα. Κι είναι εύλογο να υπάρχουν, αφού στους αγρότες υπάρχει διαστρωμάτωση και χωρίζονται αναλόγως με την ιδιοκτησία, την παραγωγή και το εισόδημα σε μικρούς, μεσαίους και μεγάλους.
Στη χώρα μας, ο αριθμός των μικρομεσαίων αγροτών και ετεροαπασχολούμενων εξακολουθεί να είναι πολύ μεγάλος, καθώς το ποσοστό τους ξεπερνάει το 80%. Ακριβώς εξαιτίας αυτής της διαστρωμάτωσης, οι αγρότες δεν έχουν όλοι τα ίδια συμφέροντα. Σήμερα μάλιστα, τα συμφέροντα των μεγάλων έρχονται σε αντίθεση, είναι αντικρουόμενα, μ’ εκείνα των μικρομεσαίων.
Αυτά τα διαφορετικά συμφέροντα εκφράζουν και υπηρετούν οι «δύο γραμμές» που συγκρούονται και μέσα στις αγροτικές κινητοποιήσεις.
Από τη μια είναι η «γραμμή» του οργανωμένου αγροτικού κινήματος, όπως εκφράζεται από τους Αγροτικούς Συλλόγους και τις Ομοσπονδίες, τις Επιτροπές Αγώνα και τις Επιτροπές των Μπλόκων, που υπηρετεί τα συμφέροντα των μικρομεσαίων αγροτών, παλεύοντας ενάντια στην πολιτική της ΕΕ και της εκάστοτε κυβέρνησης, που τους ξεκληρίζει.
Από την άλλη, είναι η «γραμμή» στήριξης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ, που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μεγαλοαγροτών και εκφράζεται τα τελευταία χρόνια από κάποια «αγροτοσυνδικαλιστικά σχήματα», τα οποία συγκροτούνται ευκαιριακά, κυρίως όταν εκδηλώνονται μεγάλες αγροτικές κινητοποιήσεις, με στόχο να τις στρέψουν προς την κατεύθυνση εξυπηρέτησης των συμφερόντων των μεγαλοαγροτών.
Τα «σχήματα» αυτά λειτουργούν σαν «Δούρειος Ιππος» μέσα στο αγροτικό κίνημα, παίζοντας το ρόλο που έπαιζαν και παλιότερα οι αλήστου μνήμης τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές αγροτικές οργανώσεις ΓΕΣΑΣΕ και ΣΥΔΑΣΕ, καθώς και η ΠΑΣΕΓΕΣ, η οποία εξακολουθεί να υπάρχει, αλλά «κάθεται στην άκρη», δίνοντάς τους το «πεδίο δράσης». Αλλωστε, πολλοί από τους ηγέτες αυτών των «σχημάτων», που είτε βγαίνουν οι ίδιοι μπροστά, είτε καθοδηγούν «από πίσω» κάποιους από τους νέους που προβάλλονται, είχαν μεγάλη θητεία και δράση σ’ αυτές τις τριτοβάθμιες αγροτικές οργανώσεις…
Τώρα, λοιπόν, την ώρα που η μεγάλη αγροτική κινητοποίηση, με πάνω από 100 μπλόκα απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας, βρίσκεται στην κορύφωσή της και μετά το μεγαλειώδες παναγροτικό – παλλαϊκό συλλαλητήριο στην πλατεία Συντάγματος, που ενίσχυσε τις αγωνιστικές διαθέσεις, αυτά τα «σχήματα» επιχειρούν να σύρουν τους αγωνιζόμενους αγρότες σε διάλογο με την κυβέρνηση.
Διάλογο, όμως, όχι για τα αιτήματα επιβίωσης της μικρομεσαίας αγροτιάς, όπως καθορίστηκαν μετά από διεξοδική συζήτηση στη σύσκεψη 68 μπλόκων απ’ όλη την Ελλάδα, αλλά για τα αιτήματα των μεγαλοαγροτών, τα οποία από μέρες έχουν στείλει «πεσκέσι» στην κυβέρνηση.
Στην ουσία, το αίτημα που θέτουν στην κυβέρνηση είναι ένα και μοναδικό: Να φύγουν από τη μέση οι μικρομεσαίοι αγρότες και να μείνουν στην αγροτοκτηνοτροφική παραγωγή μόνο οι μεγάλες καπιταλιστικές εκμεταλλεύσεις. Μάλιστα, έχουν κάνει τους υπολογισμούς τους και αποφάνθηκαν ότι οι αγρότες που χωράνε στην Ελλάδα δεν πρέπει να ξεπερνούν τους 150.000 – 200.000, που σημαίνει ότι θα ξωπεταχθούν εκατοντάδες χιλιάδες ετεροαπασχολούμενοι και μικρομεσαίοι αγρότες.
Πρόκειται για ένα αίτημα, που ανταποκρίνεται πλήρως στις κατευθύνσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ, μέσω της οποίας προωθείται το μαζικό ξεκλήρισμα της μικρομεσαίας αγροτιάς και η παραπέρα συγκέντρωση της γης, της παραγωγής και της εμπορίας των αγροτικών προϊόντων σε λίγες μεγάλες καπιταλιστικές εκμεταλλεύσεις.
Αυτό το μαζικό ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών, οι «πρόθυμοι συζητητές» της κυβέρνησης ζητούν να γίνει κυρίως μέσω του μέτρου του διαχωρισμού των αγροτών σε «κατά κύριο επάγγελμα» και μη. Συγκεκριμένα, προτείνουν ν’ αυξηθεί από 35% που είναι σήμερα στο 61% (κατ’ άλλους στο 71%) το ποσοστό επί του συνολικού εισοδήματος που θα πρέπει να έχει κάποιος από την απασχόλησή του στον αγροτοκτηνοτροφικό τομέα, προκειμένου να χαρακτηριστεί «επαγγελματίας» αγρότης.
Ολα τα άλλα αιτήματα που θέτουν – για το Φορολογικό, το Ασφαλιστικό, το κόστος παραγωγής, τις επιδοτήσεις/ ενισχύσεις, τα ευρωπαϊκά προγράμματα κ.λπ. – αφορούν αποκλειστικά τους λεγόμενους «επαγγελματίες» αγρότες, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι, για όλους τους άλλους, θέτουν ως αίτημα να ισχύσουν εξολοκλήρου τα εξοντωτικά μέτρα που περιλαμβάνονται στα σχέδια της κυβέρνησης.
Για το Ασφαλιστικό, ζητούν να διατηρηθεί ως αυτόνομο Ταμείο ο ΟΓΑ και να χωριστεί, διοικητικά και οικονομικά, σε δύο τμήματα: Σε Ταμείο Ασφάλισης Αγροτών (ΤΑΑ), στο οποίο θα ενταχθούν μόνο οι «επαγγελματίες» αγρότες και οι συνταξιούχοι που προέκυψαν μετά την καθιέρωση της πρόσθετης Ασφάλισης το 1997 και σε Ταμείο Προνοιακής Ασφάλισης (ΤΠΑ), όπου θα ενταχθούν όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες ασφαλισμένων σήμερα στον ΟΓΑ. Επίσης, ζητούν να παραμείνουν οι κατηγορίες Ασφάλισης μόνο για τους «επαγγελματίες» αγρότες.
Αυτό σημαίνει ότι εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίοι αγρότες, που δεν θα χαρακτηριστούν «επαγγελματίες», θα μείνουν εκτός του Ταμείου Ασφάλισης Αγροτών και θα μετατεθούν στο Προνοιακό Τμήμα, όπου θα πεταχτούν και οι υπέργηροι συνταξιούχοι αγρότες που δεν έχουν πληρώσει εισφορές στον ΟΓΑ, αλλά είναι οι παππούδες και οι γιαγιάδες της υπαίθρου, που με το μόχθο τους έθρεψαν τη μεταπολεμική Ελλάδα.
Η κυβέρνηση, όπως είναι λογικό κι αναμενόμενο, σπεύδει να κάνει δεκτό με διαρροές στον Τύπο αυτό το αίτημα για αυτόνομο ΟΓΑ για «επαγγελματίες» αγρότες, με τρεις ασφαλιστικές κατηγορίες και με συντελεστή ασφαλιστικών εισφορών 12%, 14% και 20% αντιστοίχως, ενώ οι ασφαλισμένοι θα πληρώνουν και το 6,95% για την Υγεία και το 0,50% για την Αγροτική Εστία. Αλλωστε, επιδιώκει την απαλλαγή του προϋπολογισμού από τη χρηματοδότηση των συντάξεων, που αποτελεί υποχρέωση του 3ου μνημονίου, το οποίο ψήφισαν οι 222 βουλευτές των κομμάτων του ευρωμονόδρομου.
Στον αντίποδα, το αίτημα που προβάλλει το οργανωμένο αγροτικό κίνημα για το Ασφαλιστικό είναι σε άλλη κατεύθυνση, αφού στοχεύει στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων όλων των μικρομεσαίων αγροτών και όχι των μεγαλοαγροτών.
Διεκδικεί: Ν’ αποσύρει η κυβέρνηση το ασφαλιστικό σχέδιο εξόντωσης των μικρομεσαίων αγροτών. Καμιά αύξηση στις ασφαλιστικές εισφορές στον ΟΓΑ. Μείωση των ορίων συνταξιοδότησης στα 60 για τους αγρότες και στα 55 για τις αγρότισσες. Συντάξεις αξιοπρέπειας. Να ανακληθεί άμεσα η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης στα 67 χρόνια που ισχύει σήμερα. Αποκλειστικά δημόσια δωρεάν Υγεία – Πρόνοια. Να σφραγιστούν όλα τα βιβλιάρια Υγείας του ΟΓΑ χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
Για το Φορολογικό, οι «επαγγελματίες» αγρότες ζητούν να φορολογούνται με συντελεστή 13% και 27,5% προκαταβολή φόρου για το επόμενο έτος, αποδεχόμενοι τα πρώτα φορολογικά μέτρα σε βάρος των αγροτών που πήρε η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Τελευταία, πρόσθεσαν και το αφορολόγητο ατομικό εισόδημα 12.000 και κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης, κάτω από την πίεση της μικρομεσαίας αγροτιάς, ενώ ουσιαστικά διαπραγματεύονται με την κυβέρνηση να μείνουν αφορολόγητες οι παχυλές ενισχύσεις που εισπράττουν.
Σε άλλη κατεύθυνση κινείται το οργανωμένο αγροτικό κίνημα, διεκδικώντας: Συνολικό αφορολόγητο καθαρό εισόδημα που είναι αναγκαίο για αξιοπρεπή διαβίωση και εξασφαλίζει τη δυνατότητα καλλιέργειας την επόμενη χρονιά – εισόδημα το οποίο έτσι κι αλλιώς υπόκειται σε εξοντωτική έμμεση φορολογία – και κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης.
Για το κόστος παραγωγής, αποδέχονται τον ΦΠΑ στα αγροτικά μέσα και εφόδια κι απλώς ζητούν να επανέλθει από το 23%, που το ανέβασε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, στο 13% που το είχε η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Θέτουν, επίσης, ως αίτημα φθηνότερο αγροτικό πετρέλαιο και αγροτικό ρεύμα, αλλά μόνο για τους «επαγγελματίες» αγρότες.
Η ποιοτική διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σ’ αυτό το αίτημα και τη διεκδίκηση του οργανωμένου αγροτικού κινήματος είναι εμφανής και σχετίζεται με τα συμφέροντα ποιων τάσσεται η κάθε πλευρά. Το οργανωμένο κίνημα διεκδικεί για τους μικρομεσαίους αγρότες: Κατάργηση του ΦΠΑ στα αγροτικά μέσα και εφόδια, στις ζωοτροφές, στα τρόφιμα, σε είδη λαϊκής κατανάλωσης και υπηρεσίες, αφορολόγητο πετρέλαιο, όπως στους εφοπλιστές – άμεση μείωση της τιμής του αγροτικού ρεύματος κατά 50%.
Και, βεβαίως, στα αιτήματα των «σχημάτων» δεν συμπεριλαμβάνονται οι διεκδικήσεις του οργανωμένου αγροτικού κινήματος που στρέφονται άμεσα κατά της ΚΑΠ της ΕΕ, όπως:
- Κατάργηση όλων των άμεσων και έμμεσων περιορισμών της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής που επιβάλλει η νέα ΚΑΠ 2014 – 2020 της ΕΕ, να μην ισχύσουν οι περικοπές στις επιδοτήσεις – ενισχύσεις, σύνδεση των ενισχύσεων με την παραγωγή, το ζωικό κεφάλαιο.
- Κατώτατες εγγυημένες τιμές για τα αγροκτηνοτροφικά προϊόντα, που να καλύπτουν το κόστος παραγωγής και να αφήνουν εισόδημα για επιβίωση και συνέχιση της αγροτικής δραστηριότητας. Φθηνά προϊόντα για τις λαϊκές ανάγκες ενάντια στην κερδοσκοπία εμπόρων και βιομηχανιών.
Από όλα τα παραπάνω, γίνεται φανερό ότι στη μάχη επιβίωσης που δίνει επί 28 μερόνυχτα στα μπλόκα η μικρομεσαία αγροτιά, αντίπαλός της δεν είναι μόνο η ΕΕ, το ΔΝΤ, η κυβέρνηση, τα άλλα κόμματα που ψήφισαν το τρίτο μνημόνιο και στηρίζουν την πολιτική της ΚΑΠ της ΕΕ, αλλά και το «κίνημα των μεγαλοαγροτών», που επιχειρεί εκ των ένδον να υπονομεύσει και να διασπάσει τον αγώνα της, να εκμεταλλευτεί και τις κινητοποιήσεις της, χωρίς να εγκαταλείπει το στόχο του, που δεν είναι άλλος από το να φύγουν από τη μέση οι μικρομεσαίοι και να μείνουν μόνο οι μεγάλοι.
Ομως, «έχουν γνώσιν οι φύλακες». Οι μικροί και μεσαίοι αγρότες που μετέχουν στα μπλόκα, όπου δυνάμεις αυτών των «σχημάτων» έχουν το «πάνω χέρι», πρέπει να διαφοροποιηθούν, να τις απομονώσουν και να συνταχθούν με τα αιτήματα που προβάλλει το μπλόκο της Νίκαιας και τα άλλα μπλόκα σ’ όλη την Ελλάδα που συμπαρατάσσονται μαζί του.