Τι προβλέπει ο νόμος 4172/2013, τον οποίο ο υπουργός Εργασίας δεσμεύεται να τον εφαρμόσει …δυο χρόνια αργότερα
Eurokinissi |
Την περασμένη βδομάδα, υπήρξε ένα γαϊτανάκι δηλώσεων για το πώς σκοπεύει η κυβέρνηση να ρυθμίσει το ζήτημα του κατώτερου μισθού. Από τα λεγόμενα του υπουργού Εργασίας, προκύπτει ότι η «μάχη» που σκοπεύει να δώσει η κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση με το κουαρτέτο, πίσω από τις φανφάρες περί «αποκατάστασης των συλλογικών διαπραγματεύσεων», είναι να αρχίσει η εφαρμογή του νόμου 4172/2013 όχι από την 1/1/2017, όπως προβλέπεται έως τώρα, αλλά μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, δηλαδή από το τέλος του 2018.
Οπως είπε ο Γ. Κατρούγκαλος, ενημερώνοντας την περασμένη Πέμπτη τους δημοσιογράφους, σε περίπτωση που από τη διαπραγμάτευση του Σεπτέμβρη δεν προκύψει επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων για την ΕΓΣΣΕ, τότε θα εφαρμοστεί ο νόμος 4172/2013, αλλά από το τέλος του 2018. Με άλλα λόγια, από το 2012 μέχρι και το 2018, για μια ολόκληρη επταετία, ο κατώτερος μισθός θα παραμείνει καθηλωμένος στα 586 και 511 ευρώ μεικτά, κάτω ακόμα και από τα όρια της φτώχειας, ενώ παραμένει άγνωστο σε ποια επίπεδα θα διαμορφωθεί μετά την έναρξη της εφαρμογής του νόμου.
Ας δούμε, όμως, συνοπτικά τι προβλέπει ο νόμος 4172/2013 για τον κατώτερο μισθό. Κατά το Αρθρο 103, «έπειτα από διαβούλευση, που διεξάγεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα, ορίζεται ο νομοθετημένος κατώτατος μισθός και το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο, για πλήρη απασχόληση, ήτοι μηνιαίος μισθός για εργασία 25 ημερών μηνιαίως και ημερομίσθιο για εργασία 8 ωρών ημερησίως, για τους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες όλης της χώρας, των οποίων η αμοιβή δεν ρυθμίζεται από συλλογική σύμβαση εργασίας».
Στο τέλος αυτής της πρώτης παραγράφου, προστέθηκε με τον νόμο 4254/2014 η φράση «και ως τέτοιος νοείται μια μοναδική αξία (ποσό) αναφοράς». Η προσθήκη αυτή δεν έγινε τυχαία. Στην πραγματικότητα, η ερμηνεία της οδηγεί σε κατώτερο μισθό απαλλαγμένο πλήρως από επιδόματα και τριετίες, το οποίο θα φέρει νέες δραματικές απώλειες για χιλιάδες εργαζόμενους, που σήμερα αμείβονται με τα κατώτερα όρια, προσαυξημένα με τις τριετίες, αλλά και με το επίδομα γάμου, το οποίο υποτίθεται ότι διασφαλίζεται από την ισχύουσα ΕΓΣΣΕ.
Κατά τα άλλα, οι βασικότερες διατάξεις του ίδιου νόμου ορίζουν τα εξής:
— «Το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου ημερομισθίου θα πρέπει να καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών, και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, των εισοδημάτων και μισθών».Είναι σαφές το ασφυκτικό πλαίσιο στο οποίο θα καθορίζεται στο εξής ο κατώτερος μισθός. Το ίδιο πλαίσιο, συνεπικουρούμενο από έναν κατώτερο μισθό διαμορφωμένο στα σημερινά επίπεδα και ακόμα πιο κάτω, θα αποτελεί τον μπούσουλα των εργοδοτικών απαιτήσεων και στις κλαδικές συμβάσεις, όπως γίνεται και σήμερα.
— «Για τον ορισμό του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου διεξάγεται διαβούλευση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και της κυβέρνησης με την τεχνική και επιστημονική υποστήριξη, εξειδικευμένων επιστημονικών, ερευνητικών και συναφών φορέων και εμπειρογνωμόνων, σε θέματα οικονομίας και ιδίως οικονομίας της εργασίας, κοινωνικής πολιτικής καθώς και εργασιακών σχέσεων και το συντονισμό από επιτροπή, που ορίζεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.
(…) Η διαβούλευση συντονίζεται από τριμελή Επιτροπή αποτελούμενη από τον Πρόεδρο του ΟΜΕΔ, ως Πρόεδρο, ένα πρόσωπο κύρους ως εκπρόσωπο του Υπουργού Οικονομικών και ένα πρόσωπο κύρους ως εκπρόσωπο του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, με τη γραμματειακή υποστήριξη των υπηρεσιών του ΟΜΕΔ».Και μόνο ο επιτελικός ρόλος, που αναγνωρίζεται στον ΟΜΕΔ, πρέπει να χτυπήσει καμπανάκι για τους εργαζόμενους, κρίνοντας από τις συμβάσεις που κατοχύρωσε ο Οργανισμός μόνο τους τελευταίους μήνες στην Παιδική Στέγη και στην ιδιωτική Υγεία.
— Επιπλέον, στη «διαπραγμάτευση» θα παίρνονται υπόψη τα σχετικά πορίσματα φορέων όπως η Τράπεζα Ελλάδος, η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ (ΙΝΕ – ΓΣΕΕ), το Ινστιτούτο ΙΜΕ – ΓΣΕΒΕΕ, το Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Οικονομικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το Ινστιτούτο του ΣΕΤΕ (ΙΝΣΕΤΕ), το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), που θα συντάσσουν έκθεση για την προσαρμογή του κατώτερου μισθού «στις επίκαιρες οικονομικές συνθήκες».
Πάνω σ’ αυτήν την έκθεση, θα συζητάνε οι εκπρόσωποι των κοινωνικών εταίρων και στη συνέχεια, μέσα από μια δαιδαλώδη διαδικασία, θα συντάσσεται ένα Σχέδιο Πορίσματος Διαβούλευσης, που θα παραδίνεται στην Επιτροπή Συντονισμού της διαβούλευσης και από εκεί ολοκληρωμένο θα υποβάλλεται στον υπουργό Οικονομικών και τον υπουργό Εργασίας.
— Μετά απ’ όλα αυτά, «εντός του τελευταίου δεκαπενθημέρου του μηνός Ιουνίου κάθε έτους ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας εισηγείται στο Υπουργικό Συμβούλιο, τον κατώτατο μισθό υπαλλήλων και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών, λαμβάνοντας υπόψη το Πόρισμα Διαβούλευσης, όπως αυτό υποβλήθηκε και συντάχθηκε κατά την ανωτέρω διαδικασία», και εκδίδει απόφαση «μετά από την σύμφωνη γνώμη του Υπουργικού Συμβουλίου».
http://www.rizospastis.gr/story.do?id=8945335