«Κανείς και καμιά να μην εξαπατηθεί από μια κυβέρνηση που για τρία χρόνια παίζει με το εισόδημα των οικογενειών μας», τονίζει η Πανελλαδική Γραμματεία Επισιτισμού – Τουρισμού – Ξενοδοχείων του ΠΑΜΕ, με αφορμή τις κυβερνητικές ανακοινώσεις για την επέκταση τεσσάρων Κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας. Διευκρινίζει πως η σύμβαση σήμερα εφαρμόζεται σε λιγότερο από το 10% του κλάδου, προσθέτοντας πως «η υποχρεωτικότητα ή επεκτασιμότητα των ΣΣΕ, με τις διαδικασίες που έχει καθορίσει η κυβέρνηση, είναι μια απάτη, αφού μόνο αν θέλουν οι ξενοδόχοι θα μπορεί να συμβεί».
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«Συνάδελφοι,
Μπροστά οι δικές μας ανάγκες.
Κανείς και καμιά να μην εξαπατηθεί από μια κυβέρνηση που για τρία χρόνια παίζει με το εισόδημα των οικογενειών μας. Δεν επανέφερε ποτέ τον κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ και δεν θα το κάνει και τώρα. Κριτήριό της, όπως και των προηγουμένων κυβερνήσεων, παραμένουν οι ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων και όχι η δική μας ζωή. Ούτε ο άθλιος διαχωρισμός για τους νέους πρόκειται να πάψει, αφού στα 511 ευρώ θα ενταχθούν και οι άνεργοι γονείς με το πρόσχημα της αναζήτησης »εργασιακών εμπειριών».
Κανείς ξενοδοχοϋπάλληλος να μην πιστέψει ότι ήρθε η ώρα να γίνει υποχρεωτική μια συλλογική σύμβαση που σήμερα εφαρμόζεται σε λιγότερο από το 10% του κλάδου και άρα θα πάρουν δεκάδες χιλιάδες συνάδελφοι αύξηση.
Πρώτα απ’ όλα η υποχρεωτικότητα ή επεκτασιμότητα των ΣΣΕ, με τις διαδικασίες που έχει καθορίσει η κυβέρνηση, είναι μια απάτη, αφού μόνο αν θέλουν οι ξενοδόχοι θα μπορεί να συμβεί.
Ακόμη όμως κι αν γίνει κάτι τέτοιο, χιλιάδες εργαζόμενοι με »ευέλικτες» και »ελαστικές» σχέσεις εργασίας ή από συνεργεία θα εξακολουθούν να αμείβονται με 586 ευρώ, αφού σε αυτούς δεν εφαρμόζεται καμιά ΣΣΕ.
Και τέλος η εφαρμογή των ΣΣΕ απαιτεί πολιτική βούληση, που τέτοια δεν υπήρξε ούτε πριν την κρίση και την επιβολή των μνημονίων από καμιά κυβέρνηση. Οι μηχανισμοί ελέγχου του υπ. Εργασίας όχι μόνο δεν επαρκούσαν, αλλά οι αρμοδιότητές τους ψαλιδίστηκαν και ο προσανατολισμός τους είναι να επιβάλλεται η αντεργατική νομοθεσία και όλοι οι νόμοι που τσακίζουν τα εργασιακά μας δικαιώματα. Οι ξενοδόχοι, ακόμα και στις περιπτώσεις εκείνες που είχαν συνυπογράψει ΣΣΕ, με όρους που στήριζαν την κερδοφορία τους ή τις εφάρμοζαν σε ένα μικρό βαθμό ή και καθόλου. Είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα τα λεγόμενα πακέτα στον τουριστικό κλάδο, όπου οι εποχικοί εργαζόμενοι αμειβόντουσαν με »κλειστό μισθό» που δήθεν περιελάμβανε εργασία σε ρεπό ή υπερωρίες. Τελικά, ο καταβαλλόμενος μισθός υπολειπόταν πάντα από αυτόν που θα πρόκυπτε με την εφαρμογή της ΣΣΕ.
Για τους εργαζόμενους στα επισιτιστικά καταστήματα και τα ζαχαρώδη, που αποτελούν και την πλειοψηφία του κλάδου, δεν γίνεται ούτε κουβέντα. Εκεί θα εξακολουθεί να επικρατεί η κακοπληρωμένη, πολλές φορές απλήρωτη, δουλειά.
Και παντού, σε ξενοδοχεία και επισιτισμό, στη χώρα των 30 εκατ. επισκεπτών και των δεκάδων δισ. ευρώ εσόδων από τον τουρισμό, οι συνθήκες δουλειάς θα συνεχίσουν να είναι απάνθρωπες, χωρίς μέτρα ασφάλειας και υγείας, η εντατικοποίηση θα τσακίζει ωράρια και ελεύθερο χρόνο.
Αυτή η πραγματικότητα δεν πρέπει να κρυφτεί πίσω από ψεύτικες εξαγγελίες και πανηγυρισμούς.
Οι εργαζόμενοι πρέπει να προτάξουμε τις δικές μας ανάγκες, να διεκδικήσουμε όχι μονάχα τις απώλειες που μας προκάλεσαν η εργοδοσία και οι κυβερνήσεις τους, αλλά αυτό που μας ανήκει σαν παραγωγοί απίστευτου πλούτου.
Να ψηφιστεί και να εφαρμοστεί τώρα η πρόταση νόμου 513 συνδικάτων για τις ΣΣΕ, που προβλέπει μεταξύ άλλων:
– Επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ.
– Την κατάργηση του άθλιου διαχωρισμού παλιών και νέων εργαζομένων.
– Την επαναφορά του θεσμικού πλαισίου για τις ΣΣΕ χωρίς «παραθυράκια».
– Την επαναφορά της υποχρεωτικότητας και επεκτασιμότητας χωρίς κόλπα και εξαιρέσεις.
Οι δικές μας ανάγκες είναι η σταθερή δουλειά με δικαιώματα, με σταθερό ημερήσιο χρόνο, με μείωση του εργάσιμου χρόνου, με 35ωρο – 5ήμερο.
Η λύση βρίσκεται στην οργάνωση της δικής μας πάλης, για την ικανοποίηση των δικών μας αναγκών απέναντι στην κυβέρνηση, στην ΕΕ και την εργοδοσία».