«Κλείνει ένας δύσκολος κύκλος, σημασία έχει η επόμενη μέρα (…) Η κοινωνία είναι ταλαιπωρημένη, αναζητά ηρεμία, διέξοδο και προοπτική, με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης ανοίγεται η δυνατότητα αυτή να προχωρήσουμε σε ένα ξέφωτο όπου υπάρχει διέξοδος, προοπτική ανάκαμψης, σταθερότητας, ηρεμίας, επούλωσης των πληγών. Με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και τις αποφάσεις για το χρέος ανοίγεται αυτή η δυνατότητα, μια προοπτική για το πέρασμα σε μια νέα εποχή της δίκαιης ανάπτυξης. Σε μια χώρα που έχασε το 1/4 του εθνικού πλούτου στην εξαετία και βρέθηκε σε δίνη ύφεσης και ανεργίας, η ανάπτυξη οφείλει να έχει κοινωνικό πρόσημο, γιατί δεν ωφελεί σε τίποτα η μεγέθυνση των δεικτών αν αυτό δεν αντικατοπτρίζεται στη βελτίωση της ζωής των πολιτών. Κεντρική επιδίωξη της προσπάθειάς μας είναι ο πλούτος να διανέμεται με δίκαιο τρόπο προς όφελος της πλειοψηφίας, με προστασία της εργασίας και των μισθών και όχι συντριβής τους στο βωμό του αχαλίνωτου κέρδους (…) Η κυβέρνηση να λειτουργεί στη βάση δύο προτεραιοτήτων, την κοινωνική προστασία, την αναπτυξιακή στροφή της οικονομίας και τη δίκαιη κατανομή των ωφελημάτων (…) Να δώσουμε όραμα στο λαό με πρόσημο κοινωνικής προστασίας».
Τα παραπάνω, μεταξύ άλλων, ανέφερε στην εισήγησή του στο υπουργικό συμβούλιο, την περασμένη Πέμπτη, ο πρωθυπουργός. Δεν ήταν ο μόνος, καθώς είχε προηγηθεί και ακολούθησε μια πλειάδα κυβερνητικών και κομματικών στελεχών που αναπαρήγαγαν στα ΜΜΕ τον ισχυρισμό του οφέλους που έχει τάχα να περιμένει ο λαός όταν η ανάπτυξη έρθει, ως ανταμοιβή των θυσιών στις οποίες υποβάλλεται για να έρθει. Οι αναφορές σε «κοινωνική δικαιοσύνη», «ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο», «δίκαιη ανάπτυξη» κυριάρχησαν στην προπαγάνδα τους, δίνοντας το στίγμα της προσπάθειας χειραγώγησης του λαού με νέες αυταπάτες και ψευδαισθήσεις, χαλιναγώγησης της δικαιολογημένης δυσαρέσκειας και αγανάκτησής του.
Πρόκειται για επιζήμια μυθεύματα, καθώς είναι αδιαμφισβήτητος ο ταξικός χαρακτήρας της ανάπτυξης, που για να υπάρξει προϋποθέτει την αδικία και την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Τα αντιλαϊκά μέτρα δεν είναι για το λαό κάτι σαν τις ωδίνες του τοκετού, όπως διατείνεται η προπαγάνδα του Μαξίμου. Ηρθαν για να μείνουν.
Η ανάκαμψη, το ξεπέρασμα της κρίσης στον καπιταλισμό, βασίζεται στη συντριβή της εργατικής τάξης, στη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, στην κατεδάφιση των εργασιακών δικαιωμάτων. Εχει το πρόσημο της τάξης που εξουσιάζει, των κερδών που της αποφέρει. Αυτό το γνωρίζουν καλά στην κυβέρνηση γι’ αυτό και κανείς δεν μιλά για ανάκτηση απωλειών που είχε ο λαός. Για απόδοση μισθών και συντάξεων, για μείωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, για μείωση και κατάργηση των φόρων, για αύξηση των δαπανών σε Υγεία, Παιδεία κ.α., για κατάργηση των αντιλαϊκών νόμων που σωρηδόν ψηφίστηκαν τα χρόνια της κρίσης…
Τίποτα απ’ αυτά δεν θα συμβεί στην «ανάπτυξη». Εξάλλου, ο Αλ. Τσίπρας ήταν σαφής όταν μιλώντας στο υπουργικό του συμβούλιο αποκήρυσσε τις «παροχές» σαν «σπατάλες», τάζοντας λίγα ψίχουλα στην ακραία φτώχεια, την ίδια ώρα που απηύθυνε προσκλητήριο στο κεφάλαιο να ακονίσει μαχαιροπίρουνα για το φαγοπότι.
Η «δίκαιη» ανάπτυξη έρχεται, τα αντιλαϊκά μέτρα φεύγουν. Αυτό τουλάχιστον διατείνονται. Η κυβερνητική εκπρόσωπος, Ολγα Γεροβασίλη, δήλωσε την περασμένη Παρασκευή: «Κλείσαμε περίπου το 80% των υποχρεώσεών μας για την τριετία. Για την ολοκλήρωση της συμφωνίας. Το ξέρουμε όλοι ότι ήταν επιλογή να είναι εμπροσθοβαρές το κομμάτι υλοποίησης της συμφωνίας, με την έννοια να δοθεί και ένας χρόνος για να μπορέσει πραγματικά μέσα στον επόμενο χρόνο που μας απομένει, μέχρι τη λήξη του προγράμματος, να ξεδιπλωθεί μια πολιτική για την επιστροφή στην ανάπτυξη, για να μπορέσουμε να βγούμε όρθιοι από αυτό (…) όταν η χώρα θα περάσει στους ρυθμούς ανάπτυξης, στους οποίους στοχεύουμε, τότε και ό,τι έρχεται ως κέρδος, θα κατανέμεται επίσης δικαίως. Αυτό το οποίο εξήγγειλε χθες στην ομιλία του ο πρωθυπουργός (…) Υπάρχει μεγάλος βαθμός ικανοποίησης. Περάσαμε μια δύσκολη περίοδο για τη χώρα και είμαστε στην ευχάριστη θέση να περνάμε ένα βήμα μπροστά, να κοιτάζουμε μελλοντικά, να σταθεροποιήσουμε την οικονομία και την κοινωνία. Αλλάζουμε σελίδα και περνάμε σε μια άλλη μέρα, με ανοικτό δρόμο, για να πάρει «στροφή» η οικονομία προς την ανάπτυξη, είναι ο μοναδικός δρόμος».
Ο πρωθυπουργός, βέβαια, είπε κι άλλα στο υπουργικό συμβούλιο. Εκανε καθαρό ότι από την εκταμίευση των δόσεων, την όποια ανάκαμψη της οικονομίας, τη ρύθμιση του χρέους, έχουν λαμβάνειν μόνο οι επιχειρηματικοί όμιλοι. Εκανε ξεκάθαρο ότι οι αντεργατικοί – αντιλαϊκοί νόμοι δεν θα καταργηθούν, αντιθέτως θα ψηφιστούν και νέοι, θα δοθούν και νέα προνόμια στο κεφάλαιο, που θα βγουν από το ξεζούμισμα των λαϊκών νοικοκυριών.
Είπε ότι ένα «σημαντικό μέρος» της αναμενόμενης εκταμίευσης της δόσης «θα διοχετευτεί στην πραγματική οικονομία», η οποία επιπλέον θα επωφεληθεί απ’ την επαναφορά του «waiver» από την ΕΚΤ και την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο σύστημα ποσοτικής χαλάρωσης. Συμπλήρωσε, απευθυνόμενος στους επιχειρηματικούς ομίλους, οι οποίοι επιζητούν μεγαλύτερα περιθώρια κρατικής στήριξης των επενδύσεών τους, πως «το σημαντικότερο είναι ότι μαζί με την πρώτη αξιολόγηση, η απόφαση θεσμοθετεί και έναν κόφτη χρέους, ανώτατο ποσοστό στις δαπάνες εξυπηρέτησης χρέους, μια πολύ σημαντική εξέλιξη, επιτυχία που οι προηγούμενες κυβερνήσεις ούτε που θα μπορούσαν να τη φανταστούν αφού δεν διεκδίκησαν ποτέ ελάφρυνση του χρέους (…) Αυτός ο κόφτης χρέους είναι μια πολύ θετική εξέλιξη, απαραίτητη προϋπόθεση για να περάσουμε σε νέα εποχή σταθερότητας και ανάκαμψης (…) Η δέσμευση ότι μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα η Ελλάδα θα έχει ανώτατο όριο 15% του ΑΕΠ για αποπληρωμή χρέους, μειώνει καθοριστικά τις αναγκαίες δαπάνες ετησίως και δημιουργεί δημοσιονομικό χώρο για χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας»…
Βεβαίως, ο «κόφτης» χρέους είναι ωφέλιμος για το κεφάλαιο αφού θα εξοικονομείται κρατικό χρήμα για τις πολύμορφες ενισχύσεις των επιχειρηματικών ομίλων για επενδύσεις, ενώ ανεξάρτητα από το ποσοστό του ΑΕΠ για την αποπληρωμή του, το χρέος το πληρώνει ο λαός.
Για τη στήριξη της καπιταλιστικής ανάκαμψης, ο πρωθυπουργός απαρίθμησε κι άλλες παρεμβάσεις της κυβέρνησής του, όπως αυτές στη Δημόσια Διοίκηση για την προσαρμογή της στις ανάγκες του κεφαλαίου, αλλά και όσες έπονται, με προεξάρχουσα αυτή του νέου «αναπτυξιακού νόμου», που κατατέθηκε ήδη στη Βουλή. «Εχουμε στη Βουλή το νέο αναπτυξιακό νόμο», σημείωσε ο Αλ. Τσίπρας, «με κίνητρα, δημιουργία σταθερού επενδυτικού περιβάλλοντος, απλοποίηση νομοθεσίας, προγραμματίζουμε την κατάθεση νομοσχεδίου για την κοινωνική οικονομία, για το πλαίσιο ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων (…) για την οικειοθελή αποκάλυψη (σ.σ. των αδήλωτων κεφαλαίων της πλουτοκρατίας), για τα δημόσια έργα (…) Συνεχίζουμε τη μεθοδική δουλειά για επανεκκίνηση μικρών και μεγάλων έργων σε υποδομές, Ενέργεια, Τουρισμό, για αξιοποίηση κονδυλίων (…) Βρισκόμαστε σε διαρκή προσπάθεια ώστε να γίνουμε επίκεντρο επενδυτικού ενδιαφέροντος διεθνώς».
Επιδίωξη της κυβέρνησης δεν είναι μόνο να κερδίσει χρόνο για να υλοποιήσει όλα όσα αντιλαϊκά απαιτεί η ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Ούτε μόνο να χειραγωγήσει με αυταπάτες τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Θέλει κάτι ακόμα χειρότερο: Να ενσωματώσει το λαό στα μακροπρόθεσμα προτάγματα του κεφαλαίου. Να τον πείσει να υιοθετήσει ως δικό του το στόχο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, να αναθερμάνει στις λαϊκές συνειδήσεις τη χίμαιρα του εξανθρωπισμένου καπιταλισμού που δεν χρειάζεται να παλεύει κανείς για την ανατροπή του, αφού είναι δυνατή η φιλολαϊκή μετάλλαξή του μέσω της διαχείρισης.
Πρόκειται ίσως για την καλύτερη υπηρεσία που προσφέρει στην αστική τάξη της χώρας. Δεν ήταν τυχαία η επιδοκιμασία που εισέπραξε απ’ τον Γάλλο πρωθυπουργό, Μ. Βαλς, ότι κατάφερε να περάσει πρόγραμμα 7.500 σελίδων χωρίς τις αντιδράσεις που συναντά η γαλλική κυβέρνηση στην προσπάθειά της να σμπαραλιάσει τις εργασιακές σχέσεις. Ούτε ο θαυμασμός που εξέφρασε για το έργο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ο πρόεδρος του Γιούρογκρουπ, Γ. Ντάισελμπλουμ…
Η κυβέρνηση θέλει να βάλει τον ίδιο το λαό να υπερασπίζεται τη στρατηγική του κεφαλαίου, που τον οδηγεί σε θυσίες διαρκείας. Να τον κάνει να παραιτηθεί ακόμα και από την πάλη για κάλυψη των αναγκών του εν αναμονή – μάταια – μιας ανάπτυξης, που θα ωφελήσει τάχα και τον ίδιο.
Οι εργαζόμενοι, οι άνθρωποι των λαϊκών στρωμάτων πρέπει να δουν την πείρα που υπάρχει. Να θυμηθούν ότι το ξήλωμα των εργατικών – λαϊκών δικαιωμάτων άρχισε σιγά σιγά ήδη από την περίοδο των μεγάλων ρυθμών ανάπτυξης ως θυσία στο βωμό της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων. Να δουν ότι σε κλάδους, όπως ο τουρισμός, που δεν βρίσκονται σε κρίση, οι εργαζόμενοι βιώνουν μια εφ’ όλης της έκτασης επίθεση σε δικαιώματα και συνθήκες δουλειάς. Να μάθουν την πρόσφατη διεθνή πείρα. Σε όσα κράτη η οικονομία πέρασε στην ανάκαμψη δεν συνοδεύτηκε από ανάκαμψη δικαιωμάτων και κατακτήσεων ούτε από αντιμετώπιση της μεγάλης ανεργίας, όσο κι αν αυτή «κουκουλώθηκε» μέσα από τα διάφορα προγράμματα ανακύκλωσής της με προσωρινές θέσεις εργασίας και ελαστικές εργασιακές σχέσεις.
Μπορεί να διατείνονται ότι έκλεισαν την «αξιολόγηση» «χωρίς να πάμε πίσω απ’ τις κόκκινες γραμμές στη βάση των οποίων ζητήσαμε την εντολή του λαού τον Σεπτέμβρη», αυτό όμως που προκύπτει είναι ότι μοναδική κόκκινη γραμμή της κυβέρνησης είναι τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Στο λαό προσφέρουν ελεημοσύνες – κοροϊδία, λες και είναι επαίτης, του τύπου «στοχευμένα προγράμματα» για 150.000 ανέργους, με 8μηνη διάρκεια, πριν από την επιστροφή στην ανεργία, εκπτώσεις στο λογαριασμό ρεύματος για τους λίγους που μπορούν να είναι «συνεπείς πελάτες»…
Οση όμως δεινότητα κι αν επιδεικνύουν, τα προπαγανδιστικά επιτελεία της κυβέρνησης αδυνατούν να κρύψουν ότι στον καπιταλισμό δεν υπάρχει «ανάπτυξη» για όλους. Οι επενδύσεις θα έρθουν να πατήσουν πάνω στην πάμφθηνη εργατική δύναμη, στα ισοπεδωμένα δικαιώματα, στον εκτοπισμό μικρομεσαίων στρωμάτων της πόλης και του χωριού, που θα επιταχυνθεί από τα μέτρα που ψηφίστηκαν.
Ανάπτυξη για το λαό θα υπάρξει μόνο όταν ο ίδιος με την πάλη του πάρει τα μέσα παραγωγής στα χέρια του, κοινωνικοποιώντας τον πλούτο που παράγει και κατευθύνοντάς τον στην ικανοποίηση των αναγκών του.