Διαμορφώνουν το αντεργατικό τοπίο στη «νέα εποχή» που ανοίγεται για το κεφάλαιο



Οι αλλαγές που ετοιμάζουν στα Εργασιακά, κατοχυρώνουν ένα μηχανισμό αυτόματης προσαρμογής μισθών και δικαιωμάτων στις ανάγκες των επιχειρήσεων

Η πρόσκληση που απηύθυνε την περασμένη Τρίτη ο Αλ. Τσίπρας από το βήμα της γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ «στο σύνολο των κοινωνικών φορέων να συμμετάσχουν σε ένα γόνιμο και δημιουργικό διάλογο για τη βελτίωση και την αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων, την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, τη μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, που δεν μπορεί παρά να βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό του ρόλου των παραγωγικών φορέων», ούτε συμβολική είναι ούτε τυχαία. Η παρέμβαση του πρωθυπουργού, σε συνδυασμό με τις γενικότερες εξελίξεις, ένα πράγμα επιβεβαιώνουν: Οτι οι εργαζόμενοι, παλιότεροι και νέοι, βρίσκονται μπροστά σε μια νέα επίθεση στα δικαιώματά τους, με την οποία κυβέρνηση και εργοδοσία θα επιχειρήσουν να κατοχυρώσουν τις ανατροπές που έγιναν έως τώρα, κυρίως στα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης και να τις επεκτείνουν, προκειμένου να κεφαλαιοποιήσουν τα οφέλη τους στην ανάκαμψη της οικονομίας.

Η χρονική συγκυρία δεν είναι, επίσης, τυχαία. Πέρα από το γεγονός ότι οι ανατροπές στα Εργασιακά προβλέπονται από το τρίτο μνημόνιο και συνιστούν προαπαιτούμενο της δεύτερης «αξιολόγησης», τα μέτρα που θα επιχειρήσει να νομοθετήσει η κυβέρνηση μονιμοποιούν και επεκτείνουν τις ανατροπές που έγιναν έως τώρα.

Στην πραγματικότητα, στόχος τους είναι να προσαρμόσουν το εργατικό δίκαιο στη μετά την κρίση εποχή, να ξεμπερδεύουν με ό,τι απέμεινε όρθιο από τη νομοθέτηση έκτακτων τάχα μέτρων στην περίοδο της κρίσης και να κατοχυρώσουν ένα μηχανισμό αυτόματης προσαρμογής των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων στις ανάγκες του κεφαλαίου, που μεταβάλλονται ραγδαία, εννοείται σε βάρος των εργαζομένων και του λαού.

Για παράδειγμα, από 1/1/2017 προβλέπεται να μπει σε εφαρμογή ο νέος νόμος για τον καθορισμό του κατώτερου μισθού (άρθρο 103 του Ν. 4172/2013), ο οποίος έρχεται να αντικαταστήσει την ΠΥΣ 6/2012 (μετέπειτα συμπεριλήφθηκε στο νόμο για την έγκριση του μεσοπρόθεσμου 2013 – 2016), με την οποία έγινε η αναστολή της τελευταίας ΕΓΣΣΕ και για πρώτη φορά καθορίστηκε από το κράτος ο κατώτερος μισθός.

Τώρα η κυβέρνηση σηκώνει κουρνιαχτό με την αποκατάσταση δήθεν των συλλογικών διαπραγματεύσεων, όταν από το ίδιο το μνημόνιο προβλέπεται ότι στις αλλαγές που θα γίνουν στα Εργασιακά, «θα πρέπει να αποφευχθεί επιστροφή σε πολιτικές του παρελθόντος που δεν είναι συμβατές με τους στόχους της προώθησης μιας ανάπτυξης βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς».

Οι «βέλτιστες πρακτικές» στον κατώτερο μισθό

Από αυτή τη σκοπιά, είναι πρόκληση τα όσα είπε ο Αλ. Τσίπρας στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ, επικαλούμενος τις «αξίες της ΕΕ», οι οποίες «αντανακλώνται στη μεγάλη παράδοση των εργασιακών κεκτημένων και στην προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων», η υπεράσπιση των οποίων «περνάει μέσα από την ανάπτυξη και τη φυγή προς τα μπρος, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη».

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου 4172/2013, με τον οποίο ορίζεται στο εξής ο κατώτερος μισθός, «στην ευρωπαϊκή και διεθνή πρακτική ο καθορισμός του νομοθετημένου κατώτατου μισθού γίνεται είτε με διάταξη νόμου ή με Υπουργική Απόφαση που εκδίδεται έπειτα από νομοθετική εξουσιοδότηση ή με απόφαση συλλογικού οργάνου της διοίκησης, που έχει συγκεκριμένη αρμοδιότητα για το σκοπό αυτό μέσω νόμου.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, προηγείται διαβούλευση μεταξύ της κυβέρνησης και εκπροσώπων των Κοινωνικών Εταίρων, η οποία, ναι μεν δεν είναι δεσμευτική για την κυβέρνηση, ασκεί όμως υψηλή πολιτική επιρροή στα σημεία για τα οποία οι Κοινωνικοί Εταίροι έχουν σύμφωνη άποψη.

Σε 20 από τις 27 χώρες της Ευρώπης, ο κατώτατος μισθός καθορίζεται από την κυβέρνηση έπειτα από διαβούλευση με τους Κοινωνικούς Εταίρους (ενδεικτικά Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Βουλγαρία, Ιρλανδία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ισπανία και Τσεχία). Με συλλογικές συμβάσεις μόνο, ο κατώτατος μισθός καθορίζεται στο Βέλγιο, την Εσθονία, τη Ρουμανία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία και την Ουγγαρία, καθώς και στην Ελλάδα μέχρι την ψήφιση του Ν.4093/2012 (σ.σ. Εγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 – 2016).

(…) Σε πολλές χώρες ορίζεται χαμηλότερος νομοθετημένος μισθός για νέους, όπως συμβαίνει στο Βέλγιο, στον Καναδά, στη Γαλλία, το Λουξεμβούργο, την Ολλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο κ.λπ. Ακολουθώντας την ευρωπαϊκή και διεθνή πρακτική, με το Ν.4093/2012 θεσπίστηκε ο νομοθετημένος κατώτατος μισθός και ημερομίσθιο, με αντίστοιχο περιορισμό της έκτασης εφαρμογής των μισθολογικών όρων της ΕΓΣΣΕ στους εργαζόμενους που απασχολούνται από επιχειρήσεις εκπροσωπούμενες από τις συμβαλλόμενες εργοδοτικές οργανώσεις».

Σ’ αυτά συνίστανται επομένως «η μεγάλη παράδοση των εργασιακών κεκτημένων» της ΕΕ και «η προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων» από το ευρωενωσιακό κεφάλαιο, εν ολίγοις οι «βέλτιστες πρακτικές» που επικαλείται τώρα η κυβέρνηση για να νομοθετήσει στα Εργασιακά. Κι αυτές τις «πρακτικές» δεν τις ανακάλυψε βέβαια η ίδια, αλλά αποτέλεσαν τον «οδηγό» όλων των μέχρι τώρα αντεργατικών ανατροπών στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες.

http://www.rizospastis.gr/story.do?id=8945340

                          
  Π.Ε.Ι. Λεωφορείου              Π.Ε.Ι. Φορτηγού                                    Kαταστατικό                          ΚΟΚ     Συνδικάτου ΟΑΣΑ
      
        Συνοπτικός
   Εργασιακός Οδηγός