Η κυβέρνηση και τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης σκιαμαχούν για τα επιμέρους και κρύβουν με επιμέλεια τον πραγματικό ένοχο
Από τον καβγά της κυβέρνησης με τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης για το Ασφαλιστικό, απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στην εργοδοσία. Μοναδική εξαίρεση είναι όταν η κυβέρνηση παρουσιάζει την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών κατά μια μονάδα για τις επικουρικές σαν αποδεικτικό στοιχείο της «δικαιοσύνης» που τάχα επιδιώκει με την αντι-ασφαλιστική της μεταρρύθμιση και τα άλλα κόμματα το απορρίπτουν, αν και την περασμένη Πέμπτη υπήρξε συμφωνία «υπό προϋποθέσεις» της κυβέρνησης με τις Ενώσεις των εργοδοτών.
Σε κάθε περίπτωση, η τωρινή μεταρρύθμιση στο Ασφαλιστικό, όπως και όλες οι προηγούμενες, παρουσιάζεται από την κυβέρνηση σαν μια προσπάθεια να διασφαλιστεί η «βιωσιμότητα των Ταμείων», να αποκατασταθεί η «δικαιοσύνη στο εσωτερικό του συστήματος», να «διορθωθούν αδικίες και ακρότητες του παρελθόντος», να πάψει το σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης να αποτελεί «μαύρη τρύπα» για τα δημοσιονομικά του κράτους.
Πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα, γίνεται η αντιπαράθεση με τις άλλες αστικές δυνάμεις, και την ίδια ώρα, ο βασικός ένοχος για τη σημερινή κατάσταση των Ταμείων και αυτός για τον οποίον γίνεται κάθε μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού, μένει καλά κρυμμένος. Κι αυτός δεν είναι άλλος από τη μεγαλοεργοδοσία, δηλαδή το μεγάλο κεφάλαιο.
Αν αυτό δεν γίνει αντιληπτό από τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα, αν δεν αποκαλυφθεί ο πραγματικός λόγος, για τον οποίο κάθε επόμενη κυβέρνηση πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα την αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση της προηγούμενης, δεν θα υπάρξει ουσιαστική αντίδραση από τη σκοπιά των πραγματικών ταξικών συμφερόντων των εργαζομένων και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων, στα μέτρα που νομοθετούνται κάθε φορά. Η δε προπαγάνδα της κυβέρνησης και τα κάλπικα αντεπιχειρήματα των άλλων κομμάτων θα βρίσκουν έδαφος να φωλιάζουν στις εργατικές – λαϊκές συνειδήσεις.
Τα βασικά στοιχεία των μεταρρυθμίσεων
Ποια είναι τα βασικά στοιχεία όλων των μεταρρυθμίσεων του συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης, ιδιαίτερα μετά το 1990;
Πρώτο, η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, είτε αφορά τα γενικά όρια, είτε μεγάλες κατηγορίες εργαζομένων, που, για διάφορους αντικειμενικούς λόγους, έπρεπε να βγουν νωρίτερα στη σύνταξη.
Δεύτερο, η αύξηση των πληρωμών από τους εργαζόμενους, είτε αυτό αφορά τις εισφορές για την κύρια σύνταξη και την επικουρική, είτε την ιδιωτική Ασφάλιση και τα επαγγελματικά Ταμεία, είτε τις δαπάνες της λαϊκής οικογένειας για Φάρμακο – Υγεία – Πρόνοια.
Και τρίτο, η σταδιακή απόσυρση του κράτους και της εργοδοσίας από την ευθύνη τους για την Κοινωνική Ασφάλιση.
Ολα τα παραπάνω στοιχεία περιέχονται στη μεταρρύθμιση που προωθεί τώρα και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Με νόμο που ψήφισε αμέσως μετά το μνημόνιο (4336/2015), αύξησε τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης για μεγάλες κατηγορίες εργαζομένων στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, εξομοιώνοντάς τους σταδιακά με το γενικό όριο των 67 ετών.
Σημειώνουμε ότι μετά το 2022, δηλαδή σε έξι χρόνια από σήμερα, κανείς ασφαλισμένος δεν θα δικαιούται πλήρη σύνταξη γήρατος πριν από τα 62 έτη με 40 χρόνια Ασφάλισης ή 67 έτη με 15 χρόνια Ασφάλισης, ενώ ήδη υπάρχει πρόβλεψη σε νόμο για την παραπέρα αύξηση του γενικού ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, σε συνάρτηση με το δημογραφικό και άλλους παράγοντες. Ο νόμος αυτός εννοείται ότι παραμένει σε πλήρη ισχύ με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Τι άλλο κάνει η σημερινή κυβέρνηση με τη μεταρρύθμιση που προωθεί; Μειώνει κι άλλο τις συντάξεις, κύριες και επικουρικές, όχι μόνο για τους μελλοντικούς συνταξιούχους, αλλά και για όσους παίρνουν τώρα σύνταξη, ανεξάρτητα από τα «τρικ» με τα οποία προσπαθεί να κουκουλώσει αυτές τις μειώσεις.
Και τέλος, αυξάνει τις εισφορές για τους εργαζόμενους στα ασφαλιστικά τους ταμεία, όχι μόνο για τα επικουρικά κατά μισή μονάδα, αλλά και για τον κλάδο Υγείας, όπου το περασμένο καλοκαίρι νομοθετήθηκε αύξηση 2% για τους ασφαλισμένους και θεσμοθέτηση εισφοράς 6% για τους συνταξιούχους.
Μόνο ένα μέτρο απ’ όσα ψήφισε μέχρι τώρα και παρουσίασε η κυβέρνηση «ακουμπάει» την εργοδοσία και αυτό δεν είναι άλλο από την αύξηση της εργοδοτικής εισφοράς για την επικούρηση κατά μία μονάδα. Είναι όμως πραγματικά αστείο να κουβεντιάζουμε για επιβάρυνση των εργοδοτών, όταν τον πλούτο που καρπώνονται τον παράγουν οι εργαζόμενοι, όταν, επιπλέον, μόνο στα χρόνια της κρίσης οι εργοδοτικές εισφορές μειώθηκαν κατά 3,9 μονάδες, ενώ ακόμα και αυτή η πενιχρή αύξηση που προτείνει τώρα η κυβέρνηση είναι αμφίβολο αν τελικά θα επιβληθεί.
Θυμίζουμε ότι αρχική σκέψη της κυβέρνησης ήταν να επανέλθουν οι εργοδοτικές εισφορές στα επίπεδα που βρίσκονταν πριν τη μείωση που υπέστησαν, αλλά τελικά, «ω του θαύματος», η πρόταση περιλαμβάνει αύξηση μόλις κατά μία μόνο μονάδα κι αυτή με τα σχετικά ανταλλάγματα, όπως προέκυψε από τη συνάντηση του πρωθυπουργού με τους προέδρους των εργοδοτικών Ενώσεων.
Εκεί, εκτός από νέες φοροαπαλλαγές, μέτρα για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και επιδοτήσεις για να γίνουν επενδύσεις, ορισμένοι από τους εργοδότες πρότειναν η αύξηση των εισφορών τους μέχρι το τέλος του 2018 να μην ξεπερνάει τη μισή μονάδα, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες «έπεσε» και η ιδέα καμιά επικουρική σύνταξη στο εξής να μην υπερβαίνει τα 170 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, οι ασφαλισμένοι είναι αυτοί που θα πληρώσουν το μάρμαρο ακόμα και αυτής της πενιχρής και παροδικής αύξησης των εργοδοτικών εισφορών, αν τελικά γίνει. Επομένως, από την τωρινή και από όλες τις μεταρρυθμίσεις του Ασφαλιστικού, δεν βγαίνουν όλοι χαμένοι. Οι ασφαλισμένοι και οι συνταξιούχοι είναι αυτοί που μετράνε πάντα απώλειες και η εργοδοσία κέρδη.